Μετά το μαζικό έγκλημα στα Τέμπη, τίποτε δεν είναι όπως ήταν πριν

Ήταν έγκλημα

Άρθρο του συνγραμματέα της Λαϊκής Ενότητας – Ανυπότακτης Αριστεράς και πρώην υπουργού, Δημήτρη Στρατούλη

Η νέα, «συγγνώμη» του Πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη για το σιδηροδρομικό δυστύχημα – μαζική δολοφονία δεκάδων ανθρώπων, κυρίως νέων, στα Τέμπη, ήταν προκλητική για το λαό και τη νεολαία, που διαδηλώνουν μαζικά στους δρόμους, απαιτώντας Δικαιοσύνη και απόδοση ευθυνών. Μια «συγνώμη», η οποία, συνοδεύτηκε από την αποπροσανατολιστική «δήλωση» ότι «φταίμε όλοι», κατά το «τα φάγαμε όλοι» του κ. Πάγκαλου τον καιρό των μνημονίων, ουσιαστικά, αυτοακυρώνεται και σημαίνει άρνηση ανάληψης από τον ίδιο και την κυβέρνησή του κάθε πολιτικής ευθύνης για το μαζικό έγκλημα των Τεμπών.

Ταυτόχρονα, η στημένη φωτογράφιση εκφράσεων λύπης των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου αποδεικνύει ότι βασικός στόχος της κυβέρνησης είναι η επικοινωνιακή – πολιτική διαχείριση του τραγικού γεγονότος, με τρόπο που θα εκτονώσει γρήγορα τον θυμό και την οργή του λαού. Μετά, όμως, από αυτό το τραγικό γεγονός, τίποτε δεν θα είναι εύκολο να μείνει το ίδιο.

Η αναφορά του Πρωθυπουργού σε «εργατοπατέρες» ήταν ξεδιάντροπη, όταν, πλέον, έχει γίνει γνωστό ότι οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των σιδηροδρομικών εδώ και χρόνια προειδοποιούσαν εγγράφως με αγωνία για τις μεγάλες ελλείψεις στην ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών.

    

Τα αιτήματα να ανατραπούν οι πολιτικές των ιδιωτικοποιήσεων που εφάρμοσαν όλες οι μνημονιακές κυβερνήσεις, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ,  να ακυρωθεί τώρα η εξευτελιστική σύμβαση ξεπουλήματος των 45 εκατομμυρίων ευρώ (που συνοδεύεται με 50 εκατομμύρια ευρώ ετήσια επιδότηση) της ΤΡΑΙΝΟΣΕ από το δημόσιο σε Ιταλική εταιρεία, να γίνει ο ΟΣΕ ενιαίος, δημόσιος, σύγχρονος και ασφαλής, να υπάρξει μία άλλη πολιτική, που θα εξυπηρετεί τις κοινωνικές ανάγκες και όχι τα κέρδη των οικονομικών ολιγαρχών, αποκτούν με δραματικό τρόπο μία νέα επικαιρότητα και πειστικότητα.

  

  Οι κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας του λαού και της νεολαίας ενάντια, κυρίως στη σημερινή κυβέρνηση αλλά και συνολικά στις συστημικές δυνάμεις που κυβέρνησαν τον τόπο και τεμάχισαν, ξεπούλησαν ή διέλυσαν και εγκατέλειψαν στην τύχη τους τις υποδομές του πρώην ενιαίου δημόσιου ΟΣΕ (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ), γεννούν μία νέα ελπίδα. Παραπέμπουν από άποψη μαζικότητας και μαχητικότητας στις μεγάλες αντιμνημονιακές κινητοποιήσεις του 2010 – 2012. Αντανακλούν βαθύτερες κοινωνικές διεργασίες. Αποτυπώνουν μία νέα κοινωνική δυναμική και βαθειά ρήγματα στην κοινωνία. Επίσης, συμπυκνώνουν και άλλα υπαρκτά ρεύματα δυσαρέσκειας του λαού και τη νεολαίας για την ακρίβεια και τη διάχυτη φτώχεια, για τους χαμηλούς μισθούς και συντάξεις, για την υψηλή ανεργία και την επέκταση της επισφαλούς, κακοπληρωμένης και πολλές φορές ανασφάλιστης εργασίας, για τη διάλυση και εμπορευματοποίηση της δημόσιας υγείας, για την αύξηση της κοινωνικής αδικίας, για την αυταρχική αντιμετώπιση των αιτημάτων και των αγώνων της νεολαίας για τα δικαιώματά της και για ένα καλύτερο μέλλον.

Όλα αυτά εφόσον συνεχιστούν οι κινητοποιήσεις μπορεί να οδηγήσουν σε νέα κρίση πολιτικής εκπροσώπησης και σε αναζήτηση νέων πολιτικών διεξόδων και πολιτικής εκπροσώπησης των κοινωνικών δυνάμεων – και ιδιαίτερα της νεολαίας – που τώρα βρίσκονται στους δρόμους των αγώνων. Το πώς αυτό θα εκφραστεί πολιτικά δεν έχει ακόμα αποτυπωθεί ως καθαρή τάση. Είναι ένα ζήτημα ανοικτό για το επόμενο διάστημα. Αναμφισβήτητα, όμως, το να έχουμε μαζική συμμετοχή του λαού και της νεολαίας στις κινητοποιήσεις δημιουργεί τις προϋποθέσεις για κοινωνική και πολιτική ριζοσπαστικοποίησή τους προς τα Αριστερά. Αρκεί, βέβαια, και η Αριστερά να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, που πλέον είναι διαφορετικές από αυτές πριν το μαζικό έγκλημα στα Τέμπη, που αποτελεί μία τομή.

Οι δυνάμεις της αντιμνημονιακής Αριστεράς, οφείλουν, για να είναι πραγματικά χρήσιμες αυτή την περίοδο στο λαό και τη νεολαία, να συνυπάρχουν και να στηρίζουν τις τρέχουσες κινητοποιήσεις, αλλά και να συνεργαστούν στις βουλευτικές εκλογές. Διασφαλίζοντας την οργανωτική, πολιτική και ιδεολογική αυτοτέλεια τους και με βάση  ένα κοινό εναλλακτικό φιλολαϊκό πρόγραμμα ρήξης με το οικονομικό και πολιτικό κατεστημένο, τη λιτότητα και τον ευρωμονόδρομο, ανατροπής και θετικής διεξόδου.      

 Μία τέτοια εκλογική συνεργασία όλων των δυνάμεων της αντιμνημονιακής Αριστεράς θα συμβάλλει στη συγκρότηση μετεκλογικά ενός ισχυρού πόλου πραγματικής αντιπολίτευσης στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, από όποια κυβέρνηση και αν εφαρμόζονται.

Η συμφωνία για εκλογική συνεργασία των ΜέΡΑ25, ΛΑΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ – ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ, άλλων αριστερών δυνάμεων και ανένταχτων σε ένα μέτωπο Ρήξης, ανατροπής και αλλαγής, πρέπει και μπορεί να είναι το πρώτο βήμα σε αυτή την κατεύθυνση. Για να γεννηθεί ξανά η ελπίδα ότι υπάρχει διέξοδος, ότι υπάρχει δυνατότητα των κοινωνικών κινημάτων και της Αριστεράς να νικούν.