ΛΑΣ Ηρακλείου: Η ασφάλεια των σχολείων στη μέγγενη του κέρδους

Εκδήλωση για τα προβλήματα της σχολικής στέγης και στον Δήμο Ηρακλείου Αττικής πραγματοποίηση η Λαϊκή Συσπείρωση Ηρακλείου με τη συμμετοχή εκπαιδευτικών και γονέων της περιοχής. «Στο δίλημμα “τα κέρδη ή οι ανάγκες” απαντάμε ξεκάθαρα οι ανάγκες μας», δήλωσε χαρακτηριστικά η υποψήφια Δήμαρχος Κέλλυ Παπαϊωάννου.

Η ΛΑΣ Ηρακλείου αναφέρει αναλυτικά:

Τα δικαιώματα και η ασφάλεια της εκπαιδευτικής κοινότητας στη μέγγενη του επιχειρηματικού κέρδους

Εκδήλωση, που ανέδειξε ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες πλευρές σε ό,τι αφορά τη λειτουργία και τα προβλήματα της σχολικής κοινότητας, πραγματοποίησε το Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου η Λαϊκή Συσπείρωση Ηρακλείου Αττικής στο πολυχώρο «Ηλέκτρα Αποστόλου», με τη συμμετοχή κατοίκων της περιοχής.

Βασικά ζητήματα που απασχόλησαν είναι οι επιπτώσεις της λογικής κόστους – οφέλους και της ιδιωτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας στη σχολική στέγη και τη λειτουργία του σχολείου, τα ιδιαίτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μαθητές με αναπηρία και οι γονείς τους λόγω των τεράστιων ελλείψεων στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση, η σημασία και η λειτουργία του σχολικού χώρου ως παράγοντας που επιδρά στην διαμόρφωση και ανάπτυξη της προσωπικότητας των μαθητών, τα προβλήματα υλικοτεχνικής υποδομής και προσωπικού που αντιμετωπιζουν τα σχολεία και η στάση της δημοτικής Αρχής απέναντι σε αυτά. Παράλληλα, αναδείχθηκε η θέση της Λαϊκής Συσπείρωσης για τη δυνατότητα ο λαός να απορρίψει αγωνιστικά τη λογική των μειωμένων απαιτήσεων και να απαιτήσει ένα σχολείο που να απαντά στις σύγχρονες ανάγκες τους.

Εισηγητικά η Κέλλυ Παπαϊωάννου, υποψήφια δήμαρχος με τη Λαϊκή Συσπείρωση, επισήμανε ότι κράτος είναι και οι τοπικές αρχές, το μακρύ χέρι του, που εξειδικεύουν και υλοποιούν στα όρια των δήμων την αντιλαϊκή πολιτική όλων των κυβερνήσεων. Σε αυτή την κατεύθυνση κάθε φορέας, υπηρεσία και θεσμός του κράτους προστρέχουν σε οτιδήποτε αφορά την στήριξη των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων ενώ σε ό,τι αφορά τις λαϊκές ανάγκες δηλώνουν ότι δεν υπάρχουν χρήματα, ότι κάνουν ό,τι μπορούν ή ότι είναι αναρμόδιες. Για αυτό η δημοτική αρχή του Ηρακλείου, σημείωσε, «έσφιγγε το χέρι του κάθε καρχαρία-μεγαλοεργολάβου, που θα αναλάβει το έργο της διάνοιξης της Λ. Ηρακλείου, της υπογειοποίησης της Κύμης και την ίδια στιγμή δε δεχόταν καν να συναντήσει την Ενωση Γονέων για να ακούσει τα προβλήματα».

Το κράτος, επισήμανε, ιδιωτικοποιεί όλο και περισσότερο τη διαδικασία κατασκευής και ανακαίνισης σχολείων, μεταθέτοντας την ευθύνη στην ΚΤΥΠ (Κτιριακές Υποδομές ΑΕ) η οποία με τη σειρά της «σπάει» τη διαδικασία κατασκευής σχολικών κτιρίων και νοσοκομείων σε κομμάτια, και έτσι χάνεται κάθε έννοια ελέγχου και σοβαρών μελετών που να ανταποκρίνονται στις τεχνικές και επιστημονικές γνώσεις του 21ου αιώνα. Ακόμα, καθυστερούν έργα γιατί οι εργολάβοι δε διασφαλίζουν τα αναμενόμενα κέρδη τους, πέφτει δραματικά η ποιότητα της παρεχόμενης υπηρεσίας, έχουμε το φαινόμενο να παραδίδονται ανακαινισμένες πτέρυγες σχολείων και την επόμενη μέρα να πέφτουν κουφώματα μέσα στις τάξεις. Όλα τα παραπάνω είναι συνέπεια της ιδιωτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας σε έναν μάλιστα τόσο ευαίσθητο τομέα όπως η σχολική στέγη και τα νοσοκομεία.

Είναι ξεκάθαρο τόνισε πως αν οι Δήμοι και οι Περιφέρειες δεν διεκδικήσουν λεφτά για καινούρια σχολεία, για συντήρηση και αποκατάσταση των παλιών τότε έχουν τεράστιες πολιτικές ευθύνες για αυτήν την εγκληματική πολιτική που παίζει με τις ζωές και τα μορφωτικά δικαιώματα των παιδιών μας.

Άλλες όψεις αυτής της εγκληματικής πολιτικής είναι οι σύλλογοι γονέων να εξωθούνται στην κάλυψη βασικών αναγκών με ιδία οικονομικά μέσα (τραπεζοκόμοι, δραστηριότητες, κουρτίνες, είδη υγιεινής κ.ά.), η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού για τη συντήρηση των σχολείων, τα 20.000 κενά σε εκπαιδευτικό προσωπικό, η τεράστια έλλειψη ειδικών σχολείων και η απουσία σε αυτά ειδικού προσωπικού.

Αναφερόμενη στη δράση της Λαϊκής Συσπείρωσης υπογράμμισε πως «οργώσαμε κυριολεκτικά τα σχολεία τις προηγούμενες μέρες, και το ίδιο θα κάνουμε και τις επόμενες, με στόχο να οργανώσουμε την πάλη της εκπαιδευτικής κοινότητας στις δύσκολες μέρες που έρχονται.

(…) Θέλουμε να συζητήσουμε μαζί με τον κόσμο, τους εκπαιδευτικούς και τους γονείς για το ίδιο το περιεχόμενο των μαθημάτων, για το τι μαθαίνουν τα παιδιά μας και πώς, τι σημαίνει να είσαι χρήσιμος κοινωνικά, να μορφώνεσαι και να παλεύεις, να επιτελεί το σχολείο έναν πραγματικά ολόπλευρο ρόλο, διαμορφώνοντας ώριμες ψυχοσυναισθηματικά και κοινωνικά προσωπικότητες.

(…) Θέλουμε να συζητήσουμε μαζί σας αυτό που είναι σύγχρονο, εφικτό και απαίτηση των καιρών: όλα τα παιδιά να μορφώνονται ολόπλευρα, αποκλειστικά δωρεάν, σε σύγχρονα εξοπλισμένα σχολεία, σε σχολικές αυλές πράσινες και ασφαλείς, με γήπεδα καθ’ όλα επαρκή και εξοπλισμένα, με αίθουσες τεχνών μέσα στα σχολεία. Όσο και αν προσπαθούν να μας πείσουν ότι αυτό είναι μακρινό ή ανέφικτο, ότι σήμερα πρέπει να είμαστε ικανοποιημένοι που απλά υπάρχει ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι των μαθητών, δεν υποτασσόμαστε σε αυτήν τη λογική των μειωμένων απαιτήσεων, της αδιέξοδης λογικής ότι τα πράγματα «έτσι ήταν κι έτσι θα ναι». Τα πράγματα μπορούν να γίνουν αλλιώς, όπως μας αξίζει και με βάση τις δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα στον επιστημονικό και τεχνολογικό τομέα, αν απέναντι στο δίλημμα «Τα κέρδη τους, οι ανάγκες μας» απαντήσουμε ξεκάθαρα ΟΙ ΑΝΑΓΚΕΣ ΜΑΣ.

Αυτόν το δρόμο άνοιξε και η άνοδος του ΚΚΕ στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές, και στο Δήμο μας, και σε αυτό το δρόμο θα βαδίσουμε και στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές, με τη στήριξη και το δυνάμωμα της Λαϊκής Συσπείρωσης».

Η Μαρία Σταυρινουδάκη, εκπαιδευτικός, μέλος του ΔΣ της Ένωσης Συλλόγων Γονέων και Κηδεμόνων και υποψήφια δημοτική σύμβουλος με τη Λαϊκή Συσπείρωση, μίλησε για τα προβλήματα της σχολικής στέγης -τις σοβαρές ελλείψεις στην υλικοτεχνική υποδομή και σε αναγκαίο προσωπικό για τη συντήρηση, επισκευή, φύλαξη, καθαριότητα- και τη στάση της δημοτικής Αρχής Ηρακλείου.

Ανέδειξε ότι η δημοτική αρχή αρέσκεται σε υποσχέσεις αλλά στην πράξη κάνει ελάχιστα. Φθάνει στο σημείο προκειμένου να αποποιηθεί των ευθυνών της να ισχυριστεί ότι οι εκπαιδευτικοί δεν αφήνουν τα συνεργεία να εκτελέσουν εργασίες στα σχολεία! Προσπαθεί να αποκρύψει τα προβλήματα αυτά καθώς δεν απαντά στα αιτήματα της Ενωσης να ενημερώσει σε ποια κατάσταση βρίσκονται τα σχολεία αλλά και τι (δεν) έχει κάνει η ίδια η δημοτική Αρχή για να τα αντιμετωπίσει. Αποτέλεσμα της απαξιωτικής στάσης που κρατά η δημοτική Αρχή απέναντι στους γονείς και τους μαθητές είναι Σύλλογοι Γονείς και η ίδια η Ένωση να κάνουν τον… ντετέκτιβ, προκειμένου να εντοπίσουν και να καταγράψουν τα προβλήματα για τα οποία διεκδικούν την άμεση επίλυσή τους.

Στη συνέχεια παρουσίασε ενδεικτικά, κάνοντας χρήση και οπτικών μέσων, σειρά προβλημάτων που υπάρχουν σε σχολικές μονάδες, με μερικά από αυτά να σέρνονται για χρόνια σε βάρος του συνόλου της εκπαιδευτικής κοινότητας.

Η Ευαγγελία (Λία) Τόλη, εκπαιδευτικός και υποψήφια δημοτική σύμβουλος με τη Λαϊκή Συσπείρωση, αναφέρθηκε στην έννοια του «σχολικού χώρου» σημειώνοντας ότι «σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα εκφράζει μία συγκεκριμένη κοινωνική οργάνωση που έχει επίδραση στις μορφές συμπεριφοράς και τους ρόλους που υιοθετούνται από τα μέρη της σχολικής κοινότητας».

Είναι σημαντικός, γιατί οι αλλαγές που προκαλεί το παιδί στο χώρο αποτελούν το εργαλείο για την πρόσβασή του στον κόσμο της φαντασίας. Ως αποτέλεσμα διαμορφώνεται ένας χώρος συνδεδεμένος με τις επιθυμίες, τις ανάγκες, τις προτιμήσεις και τις δυνατότητες του παιδιού.

Η διαδικασία αυτή θεωρείται παιδαγωγικά σημαντική για δυο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι το απόθεμα πληροφορίας που προσφέρει ο χώρος της καθημερινής ζωής συνδέεται με τα βιώματα και την εμπειρία του υποκειμένου και μπορεί να τροφοδοτήσει μια διαδικασία μάθησης. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι οι δυνατότητες που παρέχει ο χώρος για αλληλεπίδραση με το περιβάλλον μπορούν να οδηγήσουν σε απόκτηση δεξιοτήτων και σε διαμόρφωση μορφών συμπεριφοράς.

Ωστόσο, σήμερα, ο τρόπος που είναι διαμορφωμένος ο χώρος της αίθουσας διδασκαλίας περιορίζει τη δυναμική της εκπαιδευτικής διαδικασίας για δυο κυρίως λόγους: α) είναι στατικός από λειτουργική άποψη, επειδή ευνοεί την ανάπτυξη συγκεκριμένου μόνο και μικρού αριθμού δραστηριοτήτων και β) γίνεται γρήγορα αδιάφορος για τα παιδιά, επειδή ο εξοπλισμός και η αισθητική του σχεδόν δεν έχουν σχέση με τον κόσμο της φαντασίας του παιδιού, ούτε καθορίζονται με τη δική του συμμετοχή.

Σε άλλο σημείο ανέφερε πως «ο χώρος του σημερινού ελληνικού νηπιαγωγείου στιγματίζεται από τα τέσσερα γνωρίσματα που διέπουν το συνδυασμένο πρότυπο σχολικού χώρου και εκπαιδευτικής διαδικασίας που επικρατεί ακόμα στην Ελλάδα: την κυριαρχία των στερεότυπων, το χαμηλό βαθμό πολυπλοκότητας, τη μονολειτουργική ποιότητα και την εσωστρέφεια του εκπαιδευτικού περιβάλλοντος».

Κλείνοντας επεσήμανε ότι η ανέγερση νέων σχολείων είναι σημαντική, όπως και η απαιτούμενη συντήρηση τους, όχι με σκοπιμότητες κερδοφορίας και ιδιωτικοποίησής τους, αλλά με την εξασφάλιση για όλους τους μαθητές καλύτερων συνθηκών και παιδαγωγικών προϋποθέσεων λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω.

Ο Γιάννης Καμαρινός, εκ μέρους του Δ.Σ του Ενιαίου Συλλόγου Γονέων και κηδεμόνων ΑμεΑ Αττικής και Νήσων, σημείωσε ότι η Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση αφορά χιλιάδες παιδιά και στόχος της είναι η ανάπτυξη της προσωπικότητας τους, να τους καταστήσει κατά το δυνατόν ικανούς για αυτόνομη συμμετοχή στην οικογενειακή, κοινωνική και επαγγελματική ζωή. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζονται εξειδικευμένα σχολικά προγράμματα και μεθόδους διδασκαλίας, ώστε να μην αποκλείονται από τη διαδικασία της μάθησης. «Για εμάς» είπε, «η ειδική αγωγή πρέπει να έχει τα εξής χαρακτηριστικά: Ειδικές υποστηρικτικές υπηρεσίες, ειδικά προγράμματα, ειδικούς χώρους ειδικά όργανα και μέσα, ειδικές τεχνικές διδασκαλίας».

Όμως η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική καθώς τα παιδιά με αναπηρίες μένουν ουσιαστικά εκτός εκπαίδευσης, γιατί δεν υπάρχει το ανάλογο επιστημονικό και εκπαιδευτικό προσωπικό και οι ανάλογες υποδομές. Έτσι, τα παιδιά που έχουν την δυνατότητα με την κατάλληλη εκπαίδευση να μορφωθούν και να ενταχθούν στην κοινωνία, περιθωριοποιούνται και καταλήγουν φθηνό εργατικό δυναμικό.

Φέρνοντας συγκεκριμένα παραδείγματα από την περιοχή του Ηρακλείου είπε πως στο 14ο έχει καθίζηση και πριν δύο χρόνια υπήρχε εκεί μαθητής που κινούταν με αναπηρικό αμαξίδιο. Τα περισσότερα σχολεία δεν είναι προσβάσιμα για τα παιδιά με ειδικές ανάγκες, με ενδεικτικά παραδείγματα το 7ο και το 10ο Δημοτικό όπως και το 1ο Νηπιαγωγείο.

Στην ερώτηση γιατί δεν υπάρχουν σύγχρονα ασφαλή σχολεία που να καλύπτουν τις ανάγκες όλων των παιδιών, οι αρμόδιοι φορείς (υπουργεία, δήμους, περιφέρεια) δίνουν την απάντηση ότι δεν υπάρχουν πόροι. «Αλήθεια» τόνισε «πόσο προκλητικά ακούγονται όλα αυτά στους γονείς παιδιών με αναπηρία, όταν την ίδια στιγμή μοιράζονται τα εκατομμύρια σαν τα στραγάλια για επενδυτικά πακέτα για φοροαπαλλαγές και για τις ανάγκες του ΝΑΤΟ.

Πιστεύουμε, ότι αυτή η κατάσταση που υπάρχει σε όλα τα Ειδικά σχολεία της χώρας συντηρείται συνειδητά και διαχρονικά από όλες τις κυβερνήσεις. Ο σκοπός τους είναι να συκοφαντηθεί το ειδικό σχολείο, για να μπορέσει να κλείσει πιο εύκολα, μιας και από χρόνια είναι κατεύθυνση της Ε.Ε και όλων των κυβερνήσεων, στο όνομα της δήθεν ένταξης και της συμπερίληψης. Αυτό επιβεβαιώνεται με τον πιο συγκεκριμένο τρόπο με το Εθνικό Σχέδιο για την Αναπηρία της κυβέρνησης που δόθηκε στη δημοσιότητα τον Νοέμβρη του 2020 και προβλέπει ξεκάθαρα το κλείσιμο των ειδικών σχολείων και όσων δημόσιων δομών έχουν απομείνει. Για τον απλούστατο λόγο ότι τα παιδιά μας και πιο ειδικά τα παιδιά με αναπηρίες θεωρούνται κόστος για τις κυβερνήσεις τους και τα κόμματα τους. Κόστος που πρέπει να περικοπεί, ανοίγοντας ταυτόχρονα ένα πεδίο κερδοφορίας λαμπρό για τις ιδιωτικές δομές πρόνοιας και ειδικής αγωγής».

Παρέμβαση έγινε τέλος από τον Τάσο Χαρδαλιά, αναπληρωτή εκπαιδευτικό και υποψήφιο με τη Λαϊκή Συσπείρωση Ηρακλείου. Στην παρέμβαση τονίστηκε η ανάγκη οι εκπαιδευτικοί να παλέψουν μέσα από τα σωματεία τους και να μην αποδεχθούν ως «κανονικότητα» τα 20000 κενά σε όλη την Ελλάδα, τις ελαστικές σχέσεις εργασίας. Σημείωσε ότι υπάρχει ανάγκη για Δήμαρχους και Περιφερειάρχες που θα σταθούν δίπλα στους αγώνες των εκπαιδευτικών, που παλεύουν μαζί με μαθητές και γονείς για το σχολείο που πραγματικά μας αξίζει και ανταποκρίνεται στις δυνατότητες και ανάγκες του 21ου αιώνα.