Με επιστολή της στα κοινοβουλευτικά κόμματα, την οποία κοινοποίησε και στους υπουργούς Οικονομικών και Εσωτερικών, η Π.Ο.Ε. – Ο.Τ.Α. παρουσίασε την πρωτοβουλία της για νομοθετική επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού στον Δημόσιο Τομέα. Η Π.Ο.Ε. – Ο.Τ.Α. ζητά τη στήριξη των κομμάτων ώστε να εισαχθεί το σχέδιο νόμου που προετοίμασε στις εργασίες της Βουλής και να υπερψηφιστεί.
Αναλυτικά, η επιστολή της Π.Ο.Ε. – Ο.Τ.Α., καθώς και το σχέδιο νόμου που έχει συγκροτήσει είναι τα παρακάτω:
Αθήνα, 15 Οκτωβρίου 2024
Αριθμ. Πρωτ.: 273
Προς:
- Νέα Δημοκρατία
Πειραιώς 62
183 46 – Μοσχάτο
- ΠΑ.ΣΟ.Κ-ΚΙΝ.ΑΛ.
Χαριλάου Τρικούπη 50
106 80 – Αθήνα
- ΣΥ.ΡΙΖ.Α-Π.Σ.
Πλατεία Ελευθερίας 1
105 53 – Αθήνα
- Κ.Κ.Ε.
Λεωφόρος Ηρακλείου 145
142 31 – Νέα Ιωνία
- Νέα Αριστερά
Πατησίων 20-22
104 31 – Αθήνα
- Πλεύση Ελευθερίας
Βατατζή 6 & Ιπποκράτους
114 72 – Αθήνα
Κοινοποίηση:
- Υπουργό Εσωτερικών
κ Θεόδωρο Λιβάνιο
Βασ. Σοφίας 15
106 74 – Αθήνα
- Υπουργό Οικονομικών
κ. Κωστή Χατζηδάκη
Νίκης 5-7
105 63 – Αθήνα
ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΝΟΜΟΥ
ΓΙΑ την ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ του 13ου και 14ου Μισθού
Τα επιδόματα εορτών αναγνωρίσθηκαν για πρώτη φορά υπέρ των Δημοσίων Υπαλλήλων με τον Α.Ν.1502/1950 (Α’ 216), στο άρθρο 9, παρ.1 του οποίου οριζόταν ότι «εις τους δημοσίους πολιτικούς υπαλλήλους και υπηρέτας, τους στρατιωτικούς και τα όργανα ασφαλείας παρέχεται:
α. ο μισθός ενός μηνός επί ταις εορταίς των Χριστουγέννων.
β. ο μισθός ενός δεκαπενθημέρου επί ταις εορταίς του Πάσχα».
Με το άρθρο 74, παρ.1 του Ν.1811/1951 (Α’ 141) επαναλήφθηκε η ως άνω παρ.1 του άρθρου 9 του Α.Ν.1502/1950, ενώ με την παρ.2 του ίδιου άρθρου καθιερώθηκε και το επίδομα άδειας, με τη χορήγηση κανονικής άδειας ή την έναρξη των θερινών διακοπών.
Με την περ.1 της υποπαρ. Γ.1 της παρ. Γ του άρθρου πρώτου του Ν.4093/2012 «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 – Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016» επήλθε κατάργηση των επιδομάτων εορτών και άδειας.
Δώδεκα (12) έτη μετά την πλήρη κατάργηση, η επαναφορά των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και αδείας αποτελεί πάγιο αίτημα των εργαζομένων στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ως ένα μέτρο στήριξης των αποδοχών τους, που έχουν πολλαπλά περικοπή και ως ένας τρόπος εξισορρόπησης των ανισοτήτων, που εμφανίζονται μεταξύ των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, που λαμβάνουν κανονικά τα ως άνω επιδόματα και των εργαζομένων στο Δημόσιο, που τα στερούνται. Το αίτημα καθίσταται ακόμα πιο επίκαιρο λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος, ότι επί σειρά ετών έχουν χορηγηθεί διαδοχικές αυξήσεις του νόμιμου μισθού των εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα, στους οποίους ουδέποτε διεκόπη η καταβολή των δώρων.
Την ίδια στιγμή, ο πληθωρισμός και η ακρίβεια στα βασικά είδη πρώτης ανάγκης έχει σημαντικά συρρικνώσει τα εισοδήματα των εργαζομένων του Δημοσίου. Εξάλλου, η εικόνα των βασικών δεικτών της Ελληνικής Οικονομίας, όπως παρουσιάζεται από την κυβέρνηση, δεν δικαιολογεί πλέον σε καμία περίπτωση την διατήρηση έκτακτων μέτρων, που επιβλήθηκαν στο πλαίσιο της δημοσιονομικής κρίσεως και συνδέονται άμεσα με αυτήν. Η επαναφορά, λοιπόν, των δώρων αποτελεί και πρέπει να αποτελεί μία ισχυρή ένδειξη επανόδου στην ομαλότητα και την κανονικότητα των αμοιβών των εργαζομένων στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.).
Ως εκ τούτου η Εκτελεστική Επιτροπή της Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α. λαμβάνοντας υπόψη την ομόθυμη βούληση των εργαζομένων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση ανεξαρτήτως πολιτικής ή συνδικαλιστικής τοποθέτησης ή δράσης, σας καταθέτει σχετική Πρόταση Νόμου και ζητάμε όπως εισάγετε προς εισήγηση και ψήφιση στη Βουλή το πλαίσιο της Νομοθετικής Πρωτοβουλίας.
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
- Στους αμειβόμενους, βάσει των διατάξεων του Ν.4354/2015 (Α 176) ανεξαρτήτως σχέσεως εργασίας καταβάλλονται εφεξής επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας.
- Το επίδομα εορτών Χριστουγέννων ισούται με τον μηνιαίο βασικό μισθό του μισθολογικού κλιμακίου, στο οποίο ανήκει ο υπάλληλος. Το επίδομα αυτό χορηγείται στο ακέραιο, εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 16 Απριλίου μέχρι 15 Δεκεμβρίου κάθε έτους και καταβάλλεται στις 16 Δεκεμβρίου κάθε έτους.
- Το επίδομα εορτών Πάσχα ισούται με το ήμισυ του μηνιαίου βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου, στο οποίο ανήκει κάθε φορά ο υπάλληλος. Το επίδομα αυτό χορηγείται στο ακέραιο, εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 16 Δεκεμβρίου μέχρι και 15 Απριλίου του επόμενου έτους και καταβάλλεται δέκα ημέρες πριν από το Πάσχα.
- Το επίδομα αδείας ισούται με το ήμισυ του μηνιαίου βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου στο οποίο ανήκει κάθε φορά ο υπάλληλος. Το επίδομα αυτό χορηγείται στο ακέραιο, εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 1ης Ιουλίου μέχρι και 30 Ιουνίου του επόμενου έτους και καταβάλλεται την 1η Ιουλίου κάθε έτους.
- Τα παραπάνω Επιδόματα υπολογίζονται στο βασικό μισθό, που έχει ο υπάλληλος, κατά τις οριζόμενες στις προηγούμενες παραγράφους ημερομηνίες.
- Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε για χρονικό διάστημα μικρότερο από τα οριζόμενα στις παραγράφους 1, 2 και 3 του όρθρου αυτού, καταβάλλεται τμήμα επιδόματος ανάλογο προς αυτό που αντιστοιχεί στο χρονικό διάστημα της μισθοδοσίας του.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Τα επιδόματα εορτών αναγνωρίσθηκαν υπέρ των δημοσίων υπαλλήλων με τον Α.Ν. 1502/1950 (Α’ 216), στο άρθρο 9, παρ.1 του οποίου οριζόταν ότι «εις τους δημοσίους πολιτικούς υπαλλήλους και υπηρέτας, τους στρατιωτικούς και τα όργανα ασφαλείας παρέχεται:
α. ο μισθός ενός μηνός επί ταις εορταίς των Χριστουγέννων.
β. ο μισθός ενός δεκαπενθημέρου επί ταις εορταίς του Πάσχα».
Με το άρθρο 74, παρ.1 του Ν.1811/1951 (Α’ 141) επαναλήφθηκε η ως άνω παρ.1 του άρθρου 9 του Α.Ν. 1502/1950, ενώ με την παρ.2 του ίδιου άρθρου καθιερώθηκε και το επίδομα άδειας, με τη χορήγηση κανονικής άδειας ή την έναρξη των θερινών διακοπών. Αντίστοιχες ρυθμίσεις περιέλαβε το Ν.Δ. 4548/1966 (Α’ 188), ο Υπαλληλικός Κώδικας (που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Π.Δ. 611/1977, Α’ 198) και ο Ν.1505/1984 περί του μισθολογίου του προσωπικού της Δημόσιας Διοίκησης (Α’ 194), ενώ, χορήγηση των ως άνω επιδομάτων εορτών και άδειας, προβλέφθηκε και στον Ν.2470/1997 «Αναμόρφωση μισθολογίου προσωπικού της Δημόσιας Διοίκησης» (Α’ 40).
Σε συνέχεια των ανωτέρω ρυθμίσεων, με τον Ν.3205/2003 (Α’ 297), περί του μισθολογίου των λειτουργών και υπαλλήλων του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ., των Ο.Τ.Α. και των μόνιμων στελεχών των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας, επίσης, προβλέφθηκε, η χορήγηση επιδομάτων εορτών και άδειας. Συγκεκριμένα, με το άρθρο 9 του εν λόγω Νόμου το επίδομα Χριστουγέννων καθορίσθηκε ίσο με τον μηνιαίο βασικό μισθό του μισθολογικού κλιμακίου του υπαλλήλου, τα δε επιδόματα Πάσχα και άδειας καθορίσθηκαν, καθένα εξ αυτών, ίσα προς το ήμισυ των μηνιαίων ποσών του βασικού μισθού του εκάστοτε μισθολογικού κλιμακίου του υπαλλήλου.
Με το άρθρο 1, παρ.2 του Ν.3833/2010 (Α’ 40) προβλέφθηκε αρχικώς η μείωσή των επιδομάτων εορτών και αδείας κατά 30%. Στη συνέχεια, με το άρθρο τρίτο, παρ.6 του Ν.3845/2010 (Α’ 65) το ύψος των εν λόγω επιδομάτων αποσυνδέθηκε από τον βασικό μισθό και προβλέφθηκε για καθένα από αυτά ένα πάγιο και εκ των προτέρων καθορισμένο ποσό.
Συγκεκριμένα, καθορίσθηκαν το επίδομα Χριστουγέννων στο ποσό των 500,00 ευρώ και καθένα από τα επιδόματα Πάσχα και άδειας στο ποσό των 250,00 ευρώ. Όμοια πρόβλεψη αναφορικά με τα επιδόματα εορτών και άδειας των υπαλλήλων του Δημόσιου Τομέα υπήρξε και στις διατάξεις του Ν.4024/2011 (Α’ 226), με τον οποίο καθιερώθηκε νέο ενιαίο μισθολόγιο. Με την περ.1 της υποπαρ. Γ.1 της παρ.Γ του άρθρου πρώτου του Ν.4093/2012 «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 – Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016» (Α’ 222/12.1.2012), επήλθε κατάργηση των επιδομάτων εορτών και άδειας.
Δώδεκα έτη (12) μετά την πλήρη κατάργηση, η επαναφορά των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και αδείας αποτελεί πάγιο αίτημα των εργαζομένων στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), ως ένα μέτρο στήριξης των αποδοχών τους, που έχουν πολλαπλά περικοπεί και ως ένας τρόπος εξισορρόπησης των ανισοτήτων, που εμφανίζονται μεταξύ των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, που λαμβάνουν κανονικά τα ως άνω επιδόματα και των εργαζομένων στο Δημόσιο, που τα στερούνται.
Το αίτημα καθίσταται ακόμα πιο επίκαιρο λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος, ότι επί σειρά ετών έχουν χορηγηθεί διαδοχικές αυξήσεις του νόμιμου μισθού των εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα, στους οποίους ουδέποτε διεκόπη η καταβολή των δώρων. Την ίδια στιγμή, ο πληθωρισμός και η ακρίβεια στα βασικά είδη πρώτης ανάγκης έχει σημαντικά συρρικνώσει τα εισοδήματα των εργαζομένων του Δημοσίου. Εξάλλου, η εικόνα των βασικών δεικτών της Ελληνικής Οικονομίας, όπως παρουσιάζεται από την κυβέρνηση, δεν δικαιολογεί πλέον σε καμία περίπτωση την διατήρηση έκτακτων μέτρων, που επιβλήθηκαν στο πλαίσιο της δημοσιονομικής κρίσεως και συνδέονται άμεσα με αυτήν. Η επαναφορά, λοιπόν, των δώρων αποτελεί και πρέπει να αποτελεί μία ισχυρή ένδειξη επανόδου στην ομαλότητα και την κανονικότητα των αμοιβών των εργαζομένων στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.).