Μια μέρα που φέρνει στη σκέψη μας το αίσχος της διακίνησης και εκμετάλλευσης ανθρώπων, ιδιαίτερα γυναικών, αλλά και παιδιών.
Πριν 25 χρόνια η σύμβαση του ΟΗΕ που υπογράφτηκε για τα δικαιώματα του παιδιού, ότι κάθε παιδί έχει δικαίωμα στην ζωή, στην επιβίωση, στην υγεία, στην μάθηση, δυστυχώς για τον αιώνα που διανύουμε δεν ισχύει, αντίθετα έχει αυξηθεί το δουλεμπόριο και μέρα με την μέρα γίνεται ακόμα ποιο χειρότερο.
Με βάση τα στοιχεία που μας δίνει η Unicef, εκτιμάται ότι 1,2 εκατομμύρια παιδιά πέφτουν θύματα trafficking κάθε χρόνο. Πάνω από 200 εκατομμύρια παιδιά από την ηλικία των 5 ετών και κάτω δεν υπάρχουν γιατί δεν είναι καταγεγραμμένα πουθενά, με ότι αυτό συνεπάγεται. Για τους διακινητές αυτές οι ψυχούλες δεν είναι παιδιά δεν είναι ζωή , είναι εμπόρευμα, που χρησιμοποιείται για παιδεραστία και μεταμοσχεύσεις οργάνων, με κύριους υπεύθυνους τους καθωσπρέπει κύριους του «ανεπτυγμένου κόσμου». Από επίσημα δημοσιεύματα από τη χώρα μας, κοντά στα 3000 παιδιά διακινούνται σε τρίτες χώρες λόγω της γεωγραφικής μας θέσης. Μιλάμε μόνο για τα επίσημα στοιχεία, τα ανεπίσημα
Αληθινή ιστορία: «Με πούλησαν οι γονείς μου»
Ο 23χρονος σήμερα Αλμπάν διηγήθηκε την ιστορία του στην εφημερίδα Καθημερινή. «Έχω περάσει όχι καλά», λέει σε σπαστά ελληνικά. «Όχι όπως περνάει αυτός που έχει οικογένεια».
Ήταν έξι ετών και ολοκλήρωνε την Α΄ Δημοτικού στην Αλβανία όταν κάποιος χτύπησε την πόρτα του σπιτιού του στην Κορυτσά. Ζήτησε να πάρει τον μικρό, να τον φέρει στην Ελλάδα για να επαιτεί στα φανάρια και να στέλνει μέρος των κερδών στους γονείς του. Ο πατέρας του έδωσε τη συγκατάθεσή του. Ζητιάνευε σε πλατείες, δρόμους και αστικά λεωφορεία της Θεσσαλονίκης και αργότερα της Αθήνας. Θυμάται τον διακινητή που τον κοιτούσε να χτυπάει με ένα τηλέφωνο στο κεφάλι κάποιο άλλο αγόρι επειδή είχε επιστρέψει με πενιχρές εισπράξεις. Πότε μόνος, πότε μαζί με άλλα παιδιά, ο Αλμπάν τραγουδούσε στους δρόμους ή πουλούσε χαρτομάντιλα.
«Μια φορά που δεν είχα φέρει τα λεφτά στο σπίτι, γέμισαν έναν κουβά με νερό και με έπνιγαν μέσα», λέει ο Τόνι, ένα ακόμα “παιδί των φαναριών”. «Άμα αντιδρούσαμε, μπορεί και να μας σκότωναν κιόλας. Δεν έχουν ψυχή. Τους ενδιέφερε μόνο το χρήμα». Περνούσε όλη την ημέρα στον δρόμο. Δεν ήξερε ελληνικά. Συνεννοούνταν με λίγες λέξεις και κινήσεις. Θυμάται μια μέρα να τον κυνηγούν κάποιοι άγνωστοι για τους οποίους τα άλλα παιδιά των φαναριών έλεγαν ότι έκαναν εμπόριο οργάνων.
Φίλοι μου, φίλες μου, δεν είναι λίγες φορές που έχουμε δει παιδιά στα φανάρια το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνετε είναι να καλέσετε το 100, καλέστε το «χαμόγελο του παιδιού», εγώ αυτό κάνω και περιμένω κρυμμένη μέχρι να έρθει κάποιος από αυτούς που κάλεσα να περιθάλψει το παιδί ή τα παιδιά ανάλογα. Δεν πρέπει κανένα παιδί να είναι εμπόρευμα για κάποιους. Ότι χρώμα και να έχει, ότι γλώσσα και αν μιλάει, ότι θρησκεία και να πιστεύει. Διαβάζοντας για τα παιδιά που χάνονται και ψάχνοντας στο google διάβασα ιστορίες που με έκαναν και ανατρίχιασα και έσφιξε η καρδιά μου.
Κρατάτε τα παιδιά σας αγκαλιά σφιχτά και προστατέψτε τα και μαζί με τα δικά μας τα παιδιά και όλα τα παιδιά του κόσμου, τα παιδιά είναι το μέλλον μας, τα παιδιά δεν πρέπει να βιώνουν την ασχήμια της ζωής εμάς των μεγάλων.