Η φωτιά στη Βούλα ήταν φέτος το πρώτο crash test του καλοκαιριού για την Πυροσβεστική και την Πολιτική Προστασία . Στο πρώτο συμβάν του Ιουνίου, σε συνθήκες κάθε άλλο παρά ακραίες για το καλοκαίρι, μετράμε μερικές χιλιάδες καμένα στρέμματα και κατεστραμμένα σπίτια εντός αστικού ιστού.
Η φωτιά στη Βούλα ήταν άλλο ένα «καμπανάκι» για τις αδυναμίες του συστήματος να ανταποκριθεί έγκαιρα και αποτελεσματικά. Το κύριο πρόβλημα, όμως, είναι άλλο: Στην Πολιτική Προστασία.
Η Νέα Δημοκρατία υποσχέθηκε να αναμορφώσει την Πολιτική Προστασία υιοθετώντας ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο. Αλλά ως κυβέρνηση, σχεδόν τρία χρόνια μετά, δεν το έκανε! Το iEidiseis αποκαλύπτει ότι το θεσμικό πλαίσιο υπό το οποίο λειτουργεί ακόμη και σήμερα η Πολιτική Προστασία παραμένει το ίδιο με αυτό που οδήγησε στην τραγωδία στο Μάτι . Είναι ένα σύστημα υποτυπώδες, παρωχημένο και ανεπαρκές.
Crash test στη φωτιά στη Βούλα: Η ανατομία της αποτυχίας
Δεν είναι καθόλου τυχαίο που στην πρώτη δοκιμασία του καλοκαιριού το σύστημα απέτυχε. Αυτό έδειξε το παράδειγμα της φωτιάς που ξεκίνησε από την Άνω Γλυφάδα , επεκτάθηκε στη Βούλα και έφτασε να καίει δάσος στον Υμηττό . Οι ακραίες οι συνθήκες; Όχι. Είναι η πλέον συνηθισμένη ημέρα για καλοκαιρινή περίοδο , όπως φαίνεται ξεκάθαρα στον χάρτη επικινδυνότητας που εκδίδει η Πολιτική Προστασία.
Ο χάρτης επικινδυνότητας πυρκαγιών ξεκινά να εκδίδεται καθημερινά από την 1η Ιουνίου. Τις δύο πρώτες ημέρες του μήνα (1-2 Ιουνίου), ο χάρτης απεικόνιζε μόνο μπλε και πράσινες περιοχές, δηλαδή περιοχές που αντιστοιχούν σε χαμηλή και μέση επικινδυνότητα. Στις 3 Ιουνίου, την ημέρα της φωτιάς στη Βούλα, ήταν η πρώτη ημέρα του καλοκαιριού που στον χάρτη της Πολιτικής Προστασίας εμφανίστηκαν με κίτρινο χρώμα (υψηλή επικινδυνότητα) ορισμένες περιοχές: Κεντρική και Νότια Εύβοια, Κορινθία και Αττική.
«Το κίτρινο χρώμα στον χάρτη της Πολιτικής Προστασίας δεν είναι παρά ο συνήθης κίνδυνος για την καλοκαιρινή περίοδο, γιατί πάνω από το κίτρινο υπάρχουν άλλα δύο επίπεδα κινδύνου», όπως εξηγεί ο Γιάννης Ταφύλλης, πρώην Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας. «Ήταν η πρώτη μέρα του καλοκαιριού, με έναν συνήθη κίνδυνο για πυρκαγιά για καλοκαίρι – όχι κάτι το ιδιαίτερο», επισημαίνει ο ίδιος. Και αυτό γιατί τις περισσότερες ημέρες το καλοκαίρι ο κίνδυνος στον χάρτη είναι στο «πορτοκαλί» χρώμα (πολύ υψηλή επικινδυνότητα), ενώ ένα βήμα πιο κάτω από το επίπεδο κατάστασης συναγερμού (κόκκινο).
Για όσους αναρωτιούνται πώς προκύπτει το επίπεδο κινδύνου για φωτιά στο χάρτη, αυτό καθορίζεται κυρίως από δύο παραμέτρους, κρίσιμες για την επικινδυνότητα: Το επίπεδο υγρασίας της καύσιμης ύλης και τους ανέμους.
Ας παραβλέψουμε τις δικαιολογίες που διέρρευσαν «πηγές» και ακούστηκαν σε τηλεοπτικά παράθυρα ότι «ο Υμηττός είναι τρελός, είναι σαν μπακλαβάς που δημιουργεί χοάνες και κηλιδώσεις που κατευθύνουν τη φωτιά σε κατοικημένες περιοχές». Γιατί αυτό ακριβώς είναι το ανάγλυφο της Ελλάδας εδώ και αιώνες. Ας παραβλέπουμε και την ενοχοποίηση του πουλιού-«εμπρηστή» για τη φωτιά στον υποσταθμό του ΔΕΔΔΗΕ στη Γλυφάδα…
Ανατρέχουμε στον επίσημο απολογισμό για τη φωτιά σε Γλυφάδα-Βούλα δια στόματος του υπουργού Πολιτικής Προστασίας Χρήστου Στυλιανίδη. Ο υπουργός μίλησε για «πολύ δύσκολη πυρκαγιά», «δύσκολες καιρικές συνθήκες» αλλά και προβληματικό «ανάγλυφο της περιοχής». Χαρακτηριστικά, μία ημέρα μετά την πυρκαγιά, δήλωσε:
«Αντιμετωπίσαμε μια πολύ δύσκολη πυρκαγιά, εδώ στην Αττική, εξαιτίας των δύσκολων καιρικών συνθηκών, αλλά και του ανάγλυφου της περιοχής» και πρόσθεσε: «Παρά τις αντίξοες συνθήκες όλοι οι εμπλεκόμενοι επί του πεδίου και σε επίπεδο συντονισμού κατορθώσαμε, χάρη στις προσπάθειες όλων των δυνάμεων της Πολιτικής Προστασίας και του Πυροσβεστικού Σώματος, να περιορίσουμε την χθεσινή δύσκολη πυρκαγιά μέσα σε 6 – 7 ώρες».
«Ήταν μια δύσκολη δοκιμασία για όλον τον μηχανισμό, ο οποίος απέδειξε ότι μπορεί να δουλέψει συντονισμένα, καταφέρνοντας σημαντικά βήματα σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση», ήταν η αποτίμηση και του υφυπουργού Πολιτικής Προστασίας Ευάγγελου Τουρνά. «Παρά τη δυσκολία της επιχείρησης, αποφύγαμε τραυματισμούς πολιτών ή απώλεια ανθρώπινης ζωής. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Ιδιαίτερα σε μια περιοχή δίπλα σε πυκνό αστικό ιστό και με σημαντικά ρυμοτομικά προβλήματα», όπως είπε ο ίδιος.
Δείτε κι αυτό: Αιφνιδιαστική τροπολογία της κυβέρνησης απολύει όλους τους εργαζόμενους της ΛΑΡΚΟ
Ήταν, τελικά, αντίξοες οι συνθήκες όπως υποστηρίζει η πολιτική ηγεσία της Πολιτικής Προστασίας; Ο χάρτης επικινδυνότητας εκείνης της ημέρας -ο χάρτης που δημοσίευσε η Πολιτική Προστασία την 3η Ιουνίου- διαψεύδει υπουργό και υφυπουργό.
«Στη φωτιά στη Βούλα δεν υπήρχε καμία διαφοροποίηση στα στοιχεία της πρόγνωσης του χάρτη επικινδυνότητας. Ήταν η πλέον συνηθισμένη ημέρα καλοκαιριού. Και αν ακούγονται δικαιολογίες περί δύσβατου στη Βούλα, τότε τι να πει κανείς για περιοχές όπως η ορεινή Κορινθία ή η Βόρεια Εύβοια», σημειώνει ο κ. Ταφύλλης και διαπιστώνει: «Στην πρώτη συνηθισμένη ημέρα καλοκαιριού το σύστημα έδειξε τις αδυναμίες και τα όριά του».
Πολιτική Προστασία: Το θεσμικό αλαλούμ
Αν ο μηχανισμός πελαγώνει σε μια συνηθισμένη ημέρα καλοκαιριού, όπως εκείνη στη φωτιά στη Βούλα, το ερώτημα είναι τι μπορεί να καταφέρει στα δύσκολα. Ο μεγάλος ασθενής εξακολουθεί να είναι η Πολιτική Προστασία, της οποίας βασικός επιχειρησιακός βραχίονας είναι η Πυροσβεστική.
Ο Γιάννης Ταφύλλης αποκαλύπτει στο iEidiseis ότι ακόμη και σήμερα το θεσμικό πλαίσιο που λειτουργεί η Πολιτική Προστασία είναι το ίδιο θεσμικό πλαίσιο-αλαλούμ που οδήγησε στην τραγωδία στο Μάτι.
«Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας υποσχέθηκε να αναμορφώσει το θεσμικό πλαίσιο της Πολιτικής Προστασίας με ένα εντελώς νέο. Έτσι η Νέα Δημοκρατία ως κυβέρνηση ψήφισε ένα νέο νόμο τον Φεβρουάριο του 2020, πλην όμως δεν εφαρμόζεται», σημειώνει ο Γιάννης Ταφύλλης. Γιατί συνέβη αυτή η αναβολή; Προέκυψε ο κορονοϊός και οι εφαρμοστικές αποφάσεις δεν εκδόθηκαν και μετατέθηκαν για αργότερα. Έτσι, εξακολουθεί να εφαρμόζεται η προηγούμενη νομοθεσία του 2014 για την Πολιτική Προστασία (ο νόμος Δένδια).
Το ερώτημα τέθηκε από το iEidiseis σε επικοινωνία με την Πολιτική Προστασία: Επιβεβαίωσαν ότι οι εφαρμοστικές αποφάσεις για τον νόμο του 2020 δεν έχουν εκδοθεί καθώς η διαδικασία ανεστάλη λόγω της πανδημίας της Covid-19. Επιπλέον, όπως εξήγησαν από την Πολιτική Προστασία, πλέον είναι στη διαδικασία εκ νέου αναμόρφωσης του θεσμικού πλαισίου: Για να προσαρμοστεί στη μετάβαση από τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας στο Υπουργείο Πολιτικής Προστασίας και Κλιματικής Κρίσης που συστάθηκε με τον τελευταίο κυβερνητικό ανασχηματισμό. Και με τον οποίο, η Πυροσβεστική «έφυγε» από την σκέπη του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και πλέον υπάγεται στο νέο υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας.
Πολιτική Προστασία αλά ελληνικά
«Πρόκειται για παγκόσμια πρωτοτυπία», σημειώνει ο Γιάννης Ταφύλλης, έχοντας ως παραδείγματα τα μοντέλα που ακολουθούν άλλες χώρες. «Σε καμία σοβαρή χώρα δεν υπάρχει Υπουργείο Πολιτικής Προστασίας – εμείς βάλαμε και Υφυπουργό. Η Πολιτική Προστασία είναι ένα κατεξοχήν επιχειρησιακό σώμα. Σε όλες τις σοβαρές χώρες ο άνθρωπος που έχει την επιχειρησιακή ευθύνη της Πολιτικής Προστασίας δεν είναι πολιτικό πρόσωπο. Επιλέγεται με συγκεκριμένες διαδικασίες, με συγκεκριμένα κριτήρια και για πολύ συγκεκριμένη θητεία. Διότι και η συνέχεια στον χώρο της Πολιτικής Προστασίας είναι καθοριστικής σημασίας», τονίζει. «Και το πλαίσιο αυτό αποτελεί επίσης παγκόσμια πρωτοτυπία για άλλον έναν λόγο: Γιατί στην ουσία ταυτίζει την Πολιτική Προστασία με την Πυροσβεστική», προσθέτει.
Ερωτηθείς για τον νόμο Δένδια περί Πολιτικής Προστασίας, μιλά για «νόμο-κόλαση». «Υπάρχει ένας υποτυπώδης νόμος του 2003 για την Πολιτική Προστασία. Ο Νίκος Δένδιας έκανε νέο νόμο το 2014, ο οποίος δεν εφαρμόστηκε, αλλά και σε τμήμα των διατάξεων που εφαρμόστηκαν προκλήθηκε απίστευτο αλαλούμ. Με αυτόν φτάσαμε στην τραγωδία στο Μάτι». Και παραθέτει το παράδειγμα:
«Σύμφωνα με τον νόμο αυτό, η μεν Πυροσβεστική υπάγεται στην Πολιτική Προστασία αλλά το κέντρο επιχειρήσεων της Πολιτικής Προστασίας υπάγεται στην Πυροσβεστική! Και φυσικά, εύλογα ρωτάει ο εισαγγελέας που διερευνά την υπόθεση: Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ποιος τελικά έχει την ευθύνη;».
Μισθώσαμε περισσότερα αεροπλάνα και ελικόπτερα
Η Πολιτική Προστασία από την πλευρά της, προβάλλει ότι η χώρα έχει μισθώσει περισσότερα εναέρια μέσα σε σχέση με πέρυσι (46 έναντι 31) και σε αυτά έρχεται να προστεθεί ο εθνικός στόλος των 40 αεροσκαφών και ελικοπτέρων: Σύνολο 86.
«Τα αεροπορικά μέσα χρειάζονται αλλά δεν είναι πανάκεια. Έχουν περιορισμούς και πετούν υπό όρους και η αποτελεσματικότητά τους κάτω από ορισμένες συνθήκες είναι οριακή. Αλλά οι πάντες πρέπει να καταλάβουν ότι αυτό αφορά τη φάση της αντιμετώπισης. Όταν δεν υπάρχουν δράσεις πρόληψης για να περιορίσουν την καύσιμη ύλη, όταν έχει αποδεκατιστεί η δασική υπηρεσία που έπαιζε ουσιαστικό ρόλο, όταν έχει γιγαντωθεί η καύσιμη ύλη στα δάση και όταν συντρέχουν και αντικειμενικοί λόγοι όπως η εγκατάλειψη οικονομικών δραστηριοτήτων -δεν υπάρχουν πλέον οι ρετσινάδες στα δάση- και εστιάζεις μόνο στη φάση αντιμετώπισης με τα αεροπλάνα, τότε είσαι καταδικασμένος να έχεις παρόμοια αποτελέσματα», υπογραμμίζει ο Γιάννης Ταφύλλης.
Αν ανατρέξουμε δε, στις πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού για τα πυροσβεστικά αεροπλάνα, δύσκολα θα προσδιορίσουμε και ποια τελικά είναι κατάλληλα για την «μορφολογία-μπακλαβά» της Ελλάδας. Παραθέτουμε άνευ σχολίων τι έλεγε στα τέλη Μαρτίου (30/3) ο Χρήστος Στυλιανίδης για το ρωσικό πυροσβεστικό αεροπλάνο:
«Ήταν στο πλάνο μας ένα Beriev που θα βοηθούσε την αντιπυρική περίοδο, αντιλαμβάνεστε ότι με αυτές τις συνθήκες (σ.σ. πόλεμος στην Ουκρανία) δεν μπορούμε. Συζητάμε να βρούμε από μία άλλη χώρα ένα αεροπλάνο αντίστοιχο».
Ο ίδιος την περασμένη εβδομάδα (6/5) για το ίδιο θέμα είπε: «Αυτά τα αεροπλάνα δεν κάνουν για την Μεσόγειο. Ουσιαστικά είναι για τις ρωσικές στέπες. Εμείς και το ανάγλυφο το ελληνικό χρειαζόμαστε άλλου τύπου αεροσκάφη. Εγώ, για να πω την αλήθεια, ανακουφίστηκα που δεν θα το έχουμε σε ότι αφορά στην ενίσχυση των εναέριων μέσων».
Σε κάθε περίπτωση, αποτελεσματικά ή μη για την Ελλάδα, προσφέρονται για εντυπωσιακά τηλεοπτικά πλάνα ρίψεων, ακόμη κι αν στο παρελθόν είχαν επανειλημμένως προταθεί στην Πυροσβεστική και τα είχε απορρίψει.
Όσον αφορά δε, στις εκκενώσεις περιοχών, πρακτική που πλέον χρησιμοποιείται συχνά σε πυρκαγιές, ο Γ.Ταφύλλης επισημαίνει: «Η οργανωμένη απομάκρυνση του πληθυσμού είναι ένα από τα πιο ευαίσθητα θέματα διεθνώς στα ζητήματα Πολιτικής Προστασίας. Υπάρχουν εκατοντάδες παραδείγματα από μεγάλες χώρες όπως η Αυστραλία και οι ΗΠΑ όπου χάθηκαν άνθρωποι γιατί η εκτίμηση της κατάστασης δεν ήταν αυτή που έπρεπε και στον κατάλληλο χρόνο.
Πλέον στην Ελλάδα θεωρούν ότι αυτό πρέπει να γίνεται αυτόματα και με το παραμικρό κάνουν εκκενώσεις. Είναι ευτύχημα που δεν έχουμε θρηνήσει θύματα μέχρι τώρα».
Κανείς δεν έχει ασυλία από φυσικές καταστροφές
«Δεν έχεις καμία μορφή ασυλίας από τις φυσικές καταστροφές. Η κλιματική κρίση είναι εδώ: μία με δασικές πυρκαγιές, μια με πλημμύρες, μια με χιόνια θα σου θυμίζει ότι είναι παρούσα, Χρειάζεται να γίνει αυτό που έκαναν όλες οι σοβαρές χώρες στον κόσμο: Αναμόρφωσαν τα συστήματα Πολιτικής Προστασίας και τα προσάρμοσαν στις τωρινές συνθήκες», σημειώνει ο Γιάννης Ταφύλλης.
«Αντιθέτως, εμείς κάνουμε τα ίδια πράγματα, προσδοκώντας να έχουμε διαφορετικά αποτελέσματα . Είναι σαν κάποιος να λύνει κάθε ημέρα της εβδομάδας την ίδια εξήγηση και να πιστεύει ότι θα βγάλει διαφορετικό αποτέλεσμα. Δεν γίνεται! Δεν μπορεί να είναι διαφορετικό το αποτέλεσμα γιατί δεν έχουν αλλάξει τίποτα . Μπορεί η Πολιτική Προστασία να έχει πλέον νέα γραφεία στην Κηφισία με τεράστιες πινακίδες, αλλά θεσμικά είμαστε στον ίδιο παρονομαστή».