Ο Γκορμπατσόφ και η κατάρρευση του “υπαρκτού”

|||

|||

      Άρθρο του Γιάννη Τόλιου,διδάκτορα Οικονομικών

 

      Ο θάνατος του Μιχαήλ Γορμπατσόφ, φέρνει αναπόφευκτα στο προσκήνιο τις βαθύτερες αιτίες των αδιεξόδων του «υπαρκτού» στην ΕΣΣΔ και κυρίως τις ιστορικές του ευθύνες για την αποτυχία του εγχειρήματος «αναζωογόνησης» του σοσιαλισμού που επιχείρησε, με αποτέλεσμα την κατάρρευση του και την παλινόρθωση του καπιταλισμού.

 

       Βαθύτερα αίτια των αδιεξόδων

 

       Στην αξιολόγηση του φαινομένου Γκορμπατσόφ, χρειάζεται αφετηριακά να σημειώσουμε ότι η σοβιετική οικονομία από τα μέσα της δεκαετίας ’80, είχε εισέλθει σε φάση «στασιμότητας» με μηδενικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος που οδήγησε τον Γκορμπατσόφ και το ΚΚΣΕ, στην αναζήτηση λύσης στα συσσωρευμένα αδιέξοδα του κεντρικού συστήματος διεύθυνσης, με την πολιτική της «περεστρόικας» (ανασυγκρότησης) στην οικονομία και της «γλάσνοστ» (διαφάνειας) στο πεδίο της κρατικής λειτουργίας, οι οποίες υποτίθεται ότι θα οδηγούσαν σε «αναζωογόνηση του σοσιαλισμού». Αυτός ήταν ο λόγος που ο σοβιετικός λαός και η προοδευτική ανθρωπότητα, αρχικά στήριζαν και ευχόταν επιτυχία του εγχειρήματος.

 

        Ωστόσο γρήγορα διαφάνηκε ότι ο Γκορμπατσόφ και συνολικά το ΚΚΣΕ, έκαναν λαθεμένες εκτιμήσεις και επιλογές, που οδήγησαν σε οικτρή αποτυχία το εγχείρημα και αντί για «αναζωογόνηση» είχαμε κατάρρευση και τελικά παλινόρθωση του καπιταλισμού με συνακόλουθο το «πλιάτσικο» της κρατικής περιουσίας της ΕΣΣΔ, από γραφειοκράτες και τυχοδιώκτες, τους μελλοντικούς «ολιγάρχες».

 

       Βασικό λάθος του Γκορμπατσόφ ήταν κατ’ αρχάς, η αφελής θεώρηση των διεθνών σχέσεων και ιδιαίτερα των ταξικών σχέσεων. Οι δυτικοί που σήμερα υμνούν τον Γκορμπατσόφ, προσποιούνται ότι δεν θυμούνται τη δέσμευση τους το 1991, ότι με διάλυση του Συμφώνου Βαρσοβίας, το ΝΑΤΟ δεν θα επεκταθεί …«ούτε ίντσα» ανατολικά.! Όμως από το 2000 βαθμιαία 13 χώρες της Αν.Ευρώπης εντάχτηκαν στο ΝΑΤΟ, με τελευταία υπό ένταξη την Ουκρανία, που ήταν το ποτήρι που «ξεχείλισε» και αποτέλεσε τη βασική αιτία του σημερινού πολέμου στην Ουκρανία.

 

       Το σημαντικότερο εμπόδιο αποδυνάμωσης των ρυθμών ανάπτυξης της ΕΣΣΔ στις τελευταίες δεκαετίες πριν τον Γκορμπατσόφ, συνδέεται με την επιβολή ενός διοικητικού και υπερβολικά συγκεντρωτικού μοντέλου οικονομικής διαχείρισης και πρόωρης εγκατάλειψης της Νέας Οικονομικής Πολιτικής (ΝΕΠ) του Λένιν, λόγω σύγχυσης για στις σχέσεις «σχεδίου και αγοράς», ή «σχεδίου και λειτουργίας του νόμου της αξίας», στη διαδικασία του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού.

 

       Ειδικότερα οι λανθασμένες αντιλήψεις, για τα όρια μεταξύ «σχεδίου και αγοράς», οφείλονταν στη λαθεμένη θεώρηση των «εμπορευματο-χρηματικών σχέσεων» (Ε/Χ-Σχ) στη διαδικασία του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Στο όνομα της γρήγορης εξάλειψης των «καπιταλιστικών υπολειμμάτων, υπήρξε σημαντική υποτίμηση τους ως μοχλού ανάπτυξης της παραγωγής και ρύθμισης της σοσιαλιστικής οικονομίας. Φυσικά ο κύριος στόχος πάντα πρέπει να είναι η αποτελεσματική προώθηση των αναγκών της σοσιαλιστικής κοινωνίας και όχι η υποταγή της σοσιαλιστικής κοινωνίας στους νόμους της ελεύθερης αγοράς, όπως τελικά έγινε με τη διάλυση της ΕΣΣΔ.

 

       Αν τα συσσωρευμένα προβλήματα της περιόδου της «στασιμότητας» αποτελούν την κύρια αντικειμενική αιτία της κατάρρευσης του «υπαρκτού», η πολιτική της Περεστρόικα έπαιξε επίσης αρνητικό ρόλο, λόγω του χαρακτήρα ορισμένων μέτρων και κυρίως του τρόπου εφαρμογής τους. Ειδικότερα, η τροποποίηση του νόμου για τις κρατικές επιχειρήσεις, έδωσε τη δυνατότητα εκμίσθωσης τους στις «εργασιακές κολεκτίβες», η οποία όμως επέφερε ουσιαστικές αλλαγές στο ιδιοκτησιακό τους καθεστώς. Ήταν βήμα μετατροπής της «κρατικής ιδιοκτησίας» σε «ομαδική» και στη συνέχεια σε «ιδιωτική».

 

       Ειδικότερα μέσω της διαδικασίας αγοράς και πώλησης μετοχών των κρατικών επιχειρήσεων, άνοιξε ο δρόμος για τη συγκέντρωσή τους σε λιγότερα χέρια, γεγονός που οδήγησε στην εμφάνιση των «ολιγαρχών». Αυτό ακριβώς ολοκληρώθηκε, από τη διοίκηση του Γέλτσιν, όταν οι δυνάμεις της καπιταλιστικής παλινόρθωσης ανήλθαν στο τιμόνι της κοινωνίας.

 

        Κοινωνικο-πολιτικές άλλες αιτίες της κατάρρευσης

 

        Σημαντική αιτία κατάρρευσης ήταν επίσης, η δομή και λειτουργία του σοβιετικού κράτους. Τα νέα κύτταρα της λαϊκής εξουσίας, τα «σοβιέτ», μετατράπηκαν βαθμιαία από όργανα λαϊκής εξουσίας, σε γραφειοκρατικά όργανα ενός λίγο πολύ αυταρχικού καθεστώτος. Επίσης αλλοιώθηκε ο ρόλος των κοινωνικών οργανώσεων (συνδικαλιστικών, γεωργικών, πολιτιστικών, επιστημονικών κά). Από φορείς υπεράσπισης των ειδικών συμφερόντων των μελών τους, μετατράπηκαν σταδιακά σε ιμάντες μεταφοράς κομματικών εντολών και μηχανισμού της κεντρικής διοίκησης.

 

        Επίσης σε επίπεδο θεωρητικής σκέψης, οι περιορισμοί στην έρευνα και ελεύθερη έκφραση, ειδικά στις κοινωνικές επιστήμες, σε συνδυασμό με την κυριαρχία μιας ‘σχολαστικής’ και εν πολλοίς ‘δογματικής’ προσέγγισης του μαρξισμού, περιόρισαν την ανίχνευση λαθών και έγκαιρη διόρθωσή τους. Τέλος η πολύπλευρη πίεση των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, ιδιαίτερα με τον «ψυχρό πόλεμο» και την επιβολή «κούρσας εξοπλισμών», στέρησαν πολύτιμους πόρους για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της ΕΣΣΔ.

 

       Ο θάνατος του Γκορμπατσόφ έδωσε ευκαιρία για διάφορες ερμηνείες του ιστορικού του ρόλου. Από τη μια οι «συνομωσιολογικές» εμνηνείες σχετικά με τα αίτια της κατάρρευσης και τον «προδοτικό» ρόλο του Γκορμπατσόφ, εξωραΐζοντας τις ανεπάρκειες του μοντέλου του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Ασφαλώς ο Γκορμπατσόφ έχει μεγάλες ευθύνες για λάθη και ψευδαισθήσεις που έτρεφε, χωρίς όμως να αποσιωπούμε τα θετικά του «υπαρκτού» στην υπεράσπιση των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων και τη στήριξη των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων.

 

       Από την άλλη το υμνολόγιο, οι «θρήνοι» και ο εξωραϊσμός του ρόλου του Γκορμπατσόφ από πολλούς δυτικούς ηγέτες, για το ρόλο του στον τερματισμό του «ψυχρού πολέμου» και του διπολισμού, τη διαφύλαξη της παγκόσμιας ειρήνης, κά, είναι σε κατά κανόνα υποκριτικές και ερμηνεύονται από την πλευρά των συμφερόντων του συστήματος και κυρίως ΗΠΑ και ΝΑΤΟ που επιδιώκουν διατήρηση της ηγεμονίας τους στον κόσμο.

 

       Ωστόσο η υπόθεση του σοσιαλισμού παραμένει επίκαιρη, πολύ περισσότερο που τα τελευταία 30 χρόνια, το αφήγημα του νεοφιλελευθερισμού έχει δείξει ότι δεν αποτελεί λιμάνι απαντοχής για τις σύγχρονες κοινωνίες. Οι ενδογενείς του αντιθέσεις (οικονομικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές, γεωπολιτικές κλπ) εντείνονται. Άρα το ζήτημα της ιστορικής του υπέρβασής παραμένει επίκαιρο, όπως και το άνοιγμα του δρόμου προς τη σοσιαλιστική προοπτική.