Γράφει η Δρ Στέλλα Μουζακιώτου,
Ιστορικός Τέχνης, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο & Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής
Επιμελήτρια Εκθέσεων stellamouzak@yahoo.gr
Όλοι οι πολιτισμοί και όλοι οι άνθρωποι, από την εποχή των σπηλαίων μέχρι σήμερα, ασχολήθηκαν, ασχολούνται και θα ασχολούνται με τον Έρωτα.
Έχουν δοθεί πάρα πολλοί ορισμοί, εξηγήσεις και ερμηνείες σε θεωρητικό ή καλλιτεχνικό επίπεδο. Αρκεί μια γρήγορη ματιά στην παγκόσμια εγκυκλοπαίδεια των εικαστικών τεχνών για να οδηγηθεί κανείς ακούραστα στη διαπίστωση ότι ολόκληρη η ιστορία τους θα μπορούσε άνετα να διατυπωθεί στη φράση «η ιστορία του ερωτισμού στην τέχνη». Είναι γεγονός ότι από τα πρώτα βήματα του πολιτισμού μέχρι τις μέρες μας ο άνθρωπος φαίνεται να μαγεύεται πάντα από την ερωτική πράξη και ως καλλιτέχνης φρόντιζε να την απεικονίζει, άλλοτε με το να την εξυψώνει και άλλοτε με το να την εκχυδαΐζει. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι μερικά από τα σημαντικότερα έργα της παγκόσμιας τέχνης ξεχειλίζουν από έντονο ερωτισμό, ορισμένες φορές σε υπερβολικό βαθμό δημιουργώντας σκάνδαλο και συνεχείς αρνητικές κριτικές στην εποχή τους. Και για να παραφράσουμε τα λόγια της Gertrude Stein, τέχνη που δεν αναμοχλεύει θέματα που αφορούν στο σεξ είναι αδιανόητη!
H ανανέωση που έφερε ο 15ος και 16ος αιώνας στην τέχνη άλλαξε και τη στάση των ανθρώπων απέναντι στον ερωτισμό, αφού πια αποδεσμεύτηκε από την αμαρτωλή του φύση που είχε χρεωθεί από την εποχή του Μεσαίωνα. Το γυμνό γυναικείο σώμα άρχισε να απεικονίζεται και πάλι θελκτικό και αισθησιακό, σχεδόν πάντα όμως, με την επικάλυψη ενός μυθολογικού θέματος. Βέβαια, η ηδονοβλεπτική ματιά του αριστοκράτη της αναγέννησης δεν μπορούσε να αρκεστεί μόνο στις φιλήδονες και έντονα ερωτικές θεές της ζωγραφικής και γλυπτικής, αλλά αναζητούσε μια πιο πιστή και άμεση απεικόνιση της σεξουαλικής πράξης που θα διέθετε μόνο για ιδιωτική προβολή. Το ιδανικότερο μέσο ήταν τα χαρακτικά, που λόγω της εύχρηστης φύσης τους παρέμεναν προσεκτικά κρυμμένα από τους ιδιοκτήτες τους, αλλά και από τους δημιουργούς τους που αντιμετώπιζαν τον κίνδυνο αυστηρών ποινών. Αυτό ακριβώς συνέβη στην περίπτωση του διάσημου χαράκτη Marcantonio Raimondi, ο οποίος στα 1524 φιλοτέχνησε για τους Modi, 16 ερωτικά χαρακτικά συνοδευόμενα από τολμηρά σονέτα του Pietro Aretino, τα οποία παρουσίαζαν ιδιαίτερα παραστατικά ποικίλες ερωτικές στάσεις. Η δημοσίευση των χαρακτικών προκάλεσε την οργή του πάπα Κλήμεντα Ζ΄, που με τη σειρά του οδήγησε το Raimondi στη φυλακή.
Ο 19ος αιώνας ήταν ιδιαίτερα σημαντικός στην ιστορία της ερωτικής τέχνης. Η επινόηση της φωτογραφίας και του κινηματογράφου προσέφερε απλόχερα τη δυνατότητα του μέγιστου ρεαλισμού στην απεικόνιση του γυμνού σώματος και της ερωτικής πράξης, ελαχιστοποιώντας την απόσταση ανάμεσα στην τέχνη και την πορνογραφία. Από αυτό το χρονικό σημείο και μετά, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι το σεξ άρχισε να κυριαρχεί ως θεματικό μοτίβο των παραστατικών τεχνών καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα μέχρι και τις μέρες μας.
Ιδιαίτερη προτίμηση έδειξαν για την απεικόνιση της ερωτικής πράξης οι καλλιτέχνες που δραστηριοποιήθηκαν στο πεδίο του εξπρεσιονισμού και του σουρεαλισμού, αποτυπώνοντας στον καμβά τις πιο κρυφές φαντασιώσεις τους. Ο Αυστριακός εικαστικός Egon Schiele (1890-1918), δίνει τη δική του ακραία εκδοχή στο παιχνίδι του έρωτα. Μερικοί ακόμα και σήμερα θεωρούν τη δουλειά του αποτρόπαια, ερωτική, πορνογραφική, ενοχλητική, βασισμένη στο σεξ, το θάνατο και την εξερεύνηση. Μετά από μια περιπετειώδη και «άσωτη» ζωή και αφού συλλαμβάνεται και φυλακίζεται επειδή η δουλειά του θεωρείται πορνογραφική, παντρεύεται την Έντιθ. Στο έργο «Εναγκαλισμός» (1917), το σχέδιο του Schiele γίνεται τραχύ και δύσκαμπτο (εικ.1). Τα χρώματα παίρνουν τόνους πιο ψυχρούς και μερικές φορές αλληλοσυγκρούονται σε αγχωτική ασυμφωνία. Ο εναγκαλισμός του με την αγαπημένη του προκαλεί ανησυχία και προετοιμάζει το θεατή για έναν φοβερό επερχόμενο και αδιευκρίνιστο κίνδυνο. Τίποτα δεν φαντάζει ειδυλλιακό για τους δύο εραστές. Μοιάζουν τα σώματά τους να τρέμουν από τον πόθο και την ηδονή… αλλά ακόμα και το λευκό σεντόνι ή το μαξιλάρι πάνω στο οποίο είναι ξαπλωμένοι, μέσα από τα αιχμηρά, σαν λεπίδες μαχαιριών, άκρα τους λειτουργούν επιθετικά στα γυμνά κορμιά των ερωτευμένων.
Στα χρόνια του μεσοπολέμου, η ηθική και κοινωνική εξαθλίωση που είχε επιφέρει ο Μεγάλος Πόλεμος αντικατοπτρίστηκαν στη ρεαλιστική τέχνη των Γερμανών καλλιτεχνών, όπως ο Georg Grosz που πρέσβευε ότι ο ερωτισμός έπρεπε να βρίσκεται στην υπηρεσία της κοινωνικής κριτικής. Στο έργο «Γιορτή Γενεθλίων» (1923), αποδίδεται το θέμα του αγοραίου έρωτα στους οίκους ανοχής του Βερολίνου (εικ.2). Ο καλλιτέχνης περιγράφει με έντονη ειρωνεία και σκληρό σαρκασμό την παρακμή, τα ελαττώματα και την υποκρισία των αστών της Γερμανίας, οι οποίοι πρεσβεύουν την ηθική στο δημόσιο βίο τους, αλλά στην προσωπική τους ζωή ζουν στην απόλυτη διαφθορά.
Αντίθετα, στο έργο με τίτλο «Το ταγκό του έρωτα» (εικ.3), της σύγχρονης ζωγράφου από τη Σιγκαπούρη, Nicole Helbig (1969), το παιχνίδι του έρωτα αποδίδεται μέσα από έναν ατελείωτο χορό γεμάτο πάθος και ένταση που παρασύρει το θεατή σε ένα αισθησιακό ταξίδι σκέψης και «πράξης»…..