..
..
..
Γράφει η
Δρ Στέλλα Μουζακιώτου
Ιστορικός Τέχνης
Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο
& Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής
Επιμελήτρια Εκθέσεων
Το φαινόμενο του Πυγμαλίωνα έχει τις ρίζες του στην Ελληνική Μυθολογία και συγκεκριμένα στο γνωστό ομώνυμο μύθο, όπως αυτός περιγράφεται από τον Οβίδιο. Ο Πυγμαλίων λοιπόν, ήταν βασιλιάς της Κύπρου και ξακουστός γλύπτης, ο οποίος, αφού εμπνεύστηκε από ένα όνειρο, δημιούργησε ένα όμορφο γυναικείο άγαλμα από ελεφαντόδοντο. Όσο περνούσε ο καιρός, τόσο ο Πυγμαλίων μαγευόταν με το έργο του και ερωτευόταν παράφορα το άψυχο πλάσμα. Άρχισε να του φέρεται σαν πραγματική γυναίκα, να του μιλά τρυφερά, να το φροντίζει και να το περιποιείται με στοργή. Ανήμπορος να αγαπήσει άλλον άνθρωπο, ο Πυγμαλίων έκανε έκκληση στην Αφροδίτη, τη θεά του έρωτα, να δώσει ζωή στο άγαλμα που το ονόμασε, Γαλάτεια. Έτσι, κάτι που ξεκίνησε ως αποκύημα της φαντασίας του, τελικά πήρε σάρκα και οστά. Όταν η Αφροδίτη πραγματοποίησε την ευχή του, το άγαλμα μεταμορφώθηκε σε αληθινή γυναίκα και το ζευγάρι παντρεύτηκε και απέκτησε μια κόρη, την Πάφο. Από εκεί θεωρείται ότι προήλθε και το όνομα της ομώνυμης Κυπριακής πόλης.
Στο πεδίο της Τέχνης, ο Ζαν-Λεόν Ζερόμ, παρόλο που σήμερα είναι γνωστός για τις ανατολίτικες σκηνές χαρεμιών, έκανε επίσης πολλούς πίνακες και γλυπτά πάνω στο θέμα του Πυγμαλίωνα, του γλύπτη που ερωτεύεται παράφορα την ίδια του την τέχνη (εικ.1). Απαθανατίζει στο έργο του τη στιγμή που ο γλύπτης φιλά το άγαλμά του, τη Γαλάτεια, τη στιγμή που η θεά Αφροδίτη της δίνει πνοή ζωής. Ο μύθος λοιπόν, προσλαμβάνει εδώ τη σημειολογία μιας ευχάριστης φαντασίωσης του όμορφου, εξιδανικευμένου και παντοτινού έρωτα, είναι όμως ταυτόχρονα και μια αλληγορία της καλλιτεχνικής δημιουργίας και της αυταπάτης, ενός ακόμα επικίνδυνου συνόρου μεταξύ του πραγματικού και του ιδανικού.
Στην κινηματογραφική τέχνη, το 1938 ο Ιρλανδός συγγραφέας και φιλόσοφος Τζορτζ Μπέρναρντ Σω, βασιζόμενος σε αυτόν το μύθο, περιγράφει το δικό του «Πυγμαλίωνα» (Pygmalion) (εικ.2), που έγινε μια από τις μεγαλύτερες εμπορικές επιτυχίες της εποχής. Σύμφωνα με το σενάριο, ένας καθηγητής Φωνητικής, ο Χίγκινς, στοιχηματίζει ότι θα μπορέσει με τη διδασκαλία του να μεταμορφώσει ένα απλό κορίτσι, την Ελίζα, που ζει πουλώντας λουλούδια στο δρόμο, σε κυρία της αριστοκρατίας. Μετά από επίπονες προσπάθειες, που επικεντρώνονται περισσότερο στο να τη μάθει να μιλάει σωστά, ο καθηγητής μένει έκπληκτος από το τελικό δημιούργημά του, την ερωτεύεται παράφορα και θέλει να την παντρευτεί ολοκληρώνοντας έτσι τον απόλυτο έρωτα που νιώθει. Το 1956 ο «Πυγμαλίωνας» του Σω γίνεται μιούζικαλ που γνωρίζει μεγάλη επιτυχία με τον τίτλο «Ωραία μου κυρία».
Στη ζωή, διαχρονικά, το πρότυπο του Πυγμαλίωνα εντοπίζεται στον άντρα που θέλει να διαπλάσει τη γυναίκα σύμφωνα με τα δικά του πρότυπα, τα δικά του «θέλω», στοχεύοντας στην ουσία να γίνει ο δημιουργός της από την αρχή. Το φαινόμενο του Πυγμαλίωνα ως έννοια, συχνά συνδέεται με αυτό που ονομάζουμε «αυτοεκπληρούμενη προφητεία», η οποία ουσιαστικά δηλώνει ότι ακόμη και μια λάθος πεποίθηση μπορεί να γίνει πραγματικότητα, καθώς επηρεάζει τόσο τα πιστεύω όσο και τις πράξεις. Από τη στιγμή που η πεποίθηση επαληθεύεται, δημιουργεί έναν κύκλο σκέψεων, οδηγώντας μας στο συμπέρασμα ότι ήμασταν σωστοί από την αρχή. Οι λόγοι για τους οποίους το φαινόμενο του Πυγμαλίωνα συμβαίνει, είναι επειδή όταν αλληλοεπιδρούμε, και έχουμε προσδοκίες από άλλους, τείνουμε, υποσυνείδητα, να υπαινισσόμαστε πολλές από αυτές τις προσδοκίες, μέσω του ύφους ή της γλώσσας του σώματός μας.
Έτσι, μέσα από αυτόν το μύθο εκμαιεύεται μια ουσιαστική αλήθεια που ενίοτε καθορίζει τις σχέσεις μας, αφού οι πεποιθήσεις κι οι προσδοκίες μας αλλάζουν τη συμπεριφορά μας απέναντι στον άλλον. Αντίστοιχα, η συμπεριφορά μας έχει μια επίδραση σε αυτόν, θετική η αρνητική, αλλάζοντας τόσο την εικόνα του ίδιου για τον εαυτό του όσο και την απόδοσή του, η οποία κατευθύνεται προς στις αρχικές μας προσδοκίες, τείνοντας να τις επιβεβαιώσει. Κάπως έτσι «λαξεύουμε» εμείς τους ανθρώπους γύρω μας.