Γράφει ο Δημήτρης Καλτσώνης
Η Συνθήκη της Λωζάνης μετρά εκατό χρόνια ζωής. Ανεξάρτητα από τις ειδικές πολιτικές συνθήκες υπό τις οποίες υπεγράφη, αποτελεί, σε συνδυασμό με το σύγχρονο διεθνές δίκαιο -δηλαδή το μετά β’ παγκόσμιο πόλεμο- θεμέλιο των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Ειδικότερα, περιλαμβάνει τέσσερεις σημαντικούς πυλώνες.
Η κυριαρχία των νησιών
Ο πρώτος αφορά στο καθεστώς κυριαρχίας των νησιών. Είναι γνωστό πως μια από τις σημαντικότερες διεκδικήσεις του αντιδραστικού καθεστώτος της Τουρκίας είναι η αμφισβήτηση της κυριαρχίας νησιών του Αιγαίου, οι λεγόμενες “γκρίζες ζώνες”. Κατά καιρούς η αμφισβήτηση αφορά από 100-150 μικρά νησιά μέχρι 3000 νησίδες και βράχους. Ένα μόνο από αυτά είναι τα γνωστά πλέον Ίμια.
Η Συνθήκη της Λωζάννης του 1923 στα άρθρα 12 και 16 ξεκαθάριζε ότι στην Τουρκία περιέρχονται μόνο τα νησιά Ίμβρος, Τένεδος, Λαγούσες και όσα βρίσκονταν εντός 3 μιλίων από τις τουρκικές ακτές και δεν παραχωρούνταν ρητά στην Ελλάδα. Σε ό,τι αφορά στα Δωδεκάννησα, από την ιταλοτουρκική Συνθήκη του 1932 και τη Συνθήκη του Παρισιού του 1947 προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι τα νησιά περιήλθαν στην ελληνική επικράτεια αφού η Ελλάδα υπήρξε ο καθολικός διάδοχος της Ιταλίας στην περιοχή.
Η αποστρατιωτικοποίηση
Ο δεύτερος πυλώνας σχετίζεται με τις αιτιάσεις του αντιδραστικού καθεστώτος της Άγκυρας για τη στρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου. Κατηγορεί την Ελλάδα ότι έχει εξοπλίσει τα νησιά παρότι οι σχετικές Συνθήκες δεν το επιτρέπουν. Πράγματι, η Συνθήκη της Λωζάννης στο άρθρο 13 όριζε τη μερική αποστρατιωτικοποίηση της Λέσβου, της Χίου, της Σάμου και της Ικαρίας, ενώ η προαναφερθεία Συνθήκη του Παρισιού όριζε την ολική αποστρατιωτικοποίηση των Δωδεκαννήσων.
Θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι η Τουρκία έχει δίκιο που διαμαρτύρεται για τη στρατωτικοποίηση των νησιών. Ωστόσο, πέρα από τις νομικές αμφισβητήσεις που προκύπτουν κατά τους διεθνολόγους από την ερμηνεία των ανωτέρω Συνθηκών, υφίσταται το δικαίωμα κάθε κράτους στην αυτοάμυνα. Πρόκειται για ένα αυτονόητο δικαίωμα συνυφασμένο με την έννοια της εθνικής κυριαρχίας. Για το λόγο αυτό κατοχυρώνεται εμφατικά στο άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ και, μάλιστα, υπερισχύει όποιων άλλων δεσμεύσεων έχει αναλάβει ένα κράτος στο πλαίσιο διεθνών συμφωνιών. Αυτό ενισχύεται, αν λάβει κανείς υπόψη την πραγματική κατάσταση των διαρκών απειλών της Τουρκίας καθώς και της ιστορικά πρόσφατης εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής μέρους της Κύπρου.
Οι μειονότητες
Ο τρίτος πυλώνας της Συνθήκης της Λωζάννης αφορά στις μειονότητες. Στο άρθρο 45 αναφέρεται -και ορθά- σε μουσουλμανικές μειονότητες στη δυτική (δηλαδή την ελληνική) Θράκη. Η αναφορά αυτή αφορούσε στους Τουρκογενείς, Πομάκους και Αθίγγανους (Ρομά), οι οποίοι συναποτελούσαν και συναποτελούν τις μουσουλμανικές μειονότητες της περιοχής. Με αυτή την έννοια η Συνθήκη της Λωζάννης θέτει νομικό φραγμό στην πάγια πολιτική των τουρκικών κυβερνήσεων να ταυτίζουν τις μουσουλμανικές μειονότητες μόνο με τους Τουρκογενείς.
Στην πραγματικότητα οι κυβερνήσεις της Τουρκίας κατορθώνουν και παρεμβαίνουν στις μειονότητες επειδή οι κυβερνήσεις της Ελλάδας τους έστρωσαν αντικειμενικά το έδαφος. Άλλες περισσότερο και άλλες λιγότερο, ακολούθησαν μια πολιτική διακρίσεων και καταπίεσης των μουσουλμανικών μειονοτήτων. Τις αντιμετωπίζουν σταθερά ως πολίτες β’ κατηγορίας ενώ κάποιες φορές αυτή η πολιτική πήρε ακραία χαρακτηριστικά. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι ίδιες οι ελληνικές κυβερνήσεις στέλνουν ένα μέρος των μειονοτήτων στην αγκαλιά του τουρκικού καθεστώτος.
Τα σύνορα
Ο τέταρτος πυλώνας καθορίζεται όχι τόσο από τη Συνθήκη καθεαυτή όσο από τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ. Η Συνθήκη προέβη στον καθορισμό των συνόρων με την εξαίρεση των Δωδεκαννήσων που περιήλθαν στην Ελλάδα με το β’ παγκόσμιο πόλεμο. Ο Καταστατικός Χάρτης -και η Τελική Πράξη του Ελσίνκι αργότερα- καθιέρωσε το απαραβίαστο των συνόρων, μια αρχή της οποίας η υπεράσπιση έχει πολύ μεγάλη σημασία στις μέρες μας. Οι μεγάλες παγκόσμιες (ή και περιφερειακές) δυνάμεις την αμφισβητούν έμπρακτα οδηγώντας τους λαούς στο σφαγείο με διάφορα εθνικιστικά ή άλλα προσχήματα, ενώ πίσω από αυτά βρίσκονται τα γεωπολιτικά τους συμφέροντα.
Συμπερασματικά, η Συνθήκη της Λωζάννης, μαζί βέβαια με τις αρχές του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, αποτελούν σήμερα νομικά θεμέλια για την ειρήνη και το σεβασμό της εθνικής κυριαρχίας. Οι λαοί της Ελλάδας και της Τουρκίας δεν έχουν κυριολεκτικά τίποτα να χωρίσουν. Αντίθετα, ο σεβασμός του διεθνούς δικαίου μπορεί να διασφαλίσει την ειρήνη και τη δυνατότητα να χαράξουν το μέλλον τους όπως επιθυμούν. Οι ηγεμονικές επιδιώξεις, οι παρεμβάσεις στα εσωτερικά άλλου κράτους, η αμφισβήτηση των συνόρων, της κυριαρχίας, του διεθνούς δικαίου μπορούν μόνο να οδηγήσουν σε περιπέτειες, ακόμη και σε αδελφοκτόνες συγκρούσεις. Το μέλλον βρίσκεται στη συνεργασία και στην αλληλεγγύη των δυο λαών.
Ο Δημήτρης Καλτσώνης είναι καθηγητής θεωρίας κράτους και δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Πηγή: In.gr