Από το γραφείο του βουλευτή Επικρατείας και κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, Πάνου Σκουρλέτη, εκδόθηκε η παρακάτω ανακοίνωση:
«Η επόμενη μέρα θα είναι μία πάρα πολύ δύσκολη μέρα για δεκάδες χιλιάδες συμπολίτες μας, που θα βρεθούν στο έλεος των funds», πρέπει να υποχρεωθούν οι διαχειριστές να τους καταθέτουν μια πρόταση ρύθμισης, επεσήμανε ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία και βουλευτής Επικρατείας, Πάνος Σκουρλέτης, μιλώντας στο «Πρώτο Πρόγραμμα» 91.6 και 105.8, στον δημοσιογράφο Φώτη Παπούλια.
Ακολουθούν σημεία της συνέντευξης:
Για την αναγκαία προστασία των δανειοληπτών από τα funds
Καταρχάς προξενεί εντύπωση η ταχύτητα με την οποία εκδόθηκε αυτή η απόφαση. Μακάρι η Δικαιοσύνη να λειτουργούσε με τέτοια ταχύτητα σε όλους τους τομείς και ελπίζω να μην υποκρύπτει κάποια σκοπιμότητα. Αυτή η απόφαση γεννάει ένα τεράστιο κοινωνικό ζήτημα το οποίο το γνωρίζαμε, αλλά αυτή τη στιγμή του δίνει εκρηκτικές διαστάσεις και φοβάμαι πάρα πολύ ότι η επόμενη μέρα θα είναι μία πάρα πολύ δύσκολη μέρα για δεκάδες χιλιάδες συμπολίτες μας, που θα βρεθούν στο έλεος των funds. Η κυβέρνηση όφειλε να είχε νομοθετήσει, να είχε λάβει τα μέτρα της, διότι εκείνη είναι υπεύθυνη αυτής της απόφασης. Όχι με την έννοια της υπαγόρευσης, δεν εννοώ κάτι τέτοιο, αλλά με την έννοια της μη έγκαιρης νομοθέτησης. Αντίθετα, αφαίρεσε δικλίδες. Το πλαίσιο που υπάρχει αυτή τη στιγμή δεν είναι προστατευτικό για τους δανειολήπτες, έδειξε δε προς τη Δικαστική εξουσία, ότι θα πρέπει να γυρίσουν πίσω στο χρόνο, σε ένα νομοθέτημα του 2003, το οποίο αφήνει ακάλυπτους τους δανειολήπτες και προφανώς αναφερόμαστε ιδιαίτερα στην περίπτωση της πρώτης κατοικίας, που αντιλαμβάνεστε ότι αγγίζει πλέον και το ιερό δικαίωμα στη στέγη, η αξία του οποίου αναγνωριζόταν από την αρχαιότητα.
Αυτό που χρειάζεται αυτή τη στιγμή είναι να δοθεί η δυνατότητα στους δανειολήπτες να αξιολογήσουν μια υποχρεωτική, εκ μέρους των διαχειριστών των δανείων, πρόταση ρύθμισης. Αυτό το οποίο κατάργησε η κυβέρνηση της ΝΔ, δίνοντας το πράσινο φως για μαζικούς πλειστηριασμούς. Αφενός αυτό και αφετέρου, η προώθηση ενός πλέγματος μέτρων σε σχέση με την υπόθεση του ιδιωτικού χρέους, διότι κάποιος δεν μπορεί να εξυπηρετήσει το δάνειο του καθώς ταυτόχρονα είναι αντιμέτωπος με την ακρίβεια, μπορεί να χρωστάει στα Ταμεία, στην εφορία. Άρα, υπάρχει ανάγκη για ισχυρές και σαφείς ρυθμίσεις, έτσι ώστε να μπορεί ο καθένας να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του απέναντι στις τράπεζες ανάλογα με τα εισοδήματά του. Αυτή η μέριμνα εκ μέρους της κυβέρνησης δεν υπήρξε, αντίθετα κινείται με πολύ σαφή και απόλυτο τρόπο σε μία κατεύθυνση εξυπηρέτησης των funds. Το αποτέλεσμα θα είναι να δούμε σκηνές σαν κι αυτές που είχαμε δει πριν από κάποια χρόνια στην Ισπανία, άνθρωποι να πετάγονται έξω από τα σπίτια τους. Ζούμε μία καινούργια σελίδα σε αυτό που ονομάζουμε κοινωνικό δράμα για αρκετές χιλιάδες συμπολίτες μας.
Είναι και σπίτια πρώτης κατοικίας που είχαν μπει ως υποθήκη για μικρές επιχειρήσεις, δεν είναι δηλαδή μόνο κάποιοι οι οποίοι αγόρασαν ένα σπίτι και δεν μπόρεσαν να ξοφλήσουν το δάνειό τους. Είχαν πάρει κάποιο κεφάλαιο κινήσεως, είχαν δανειοδοτηθεί για τις ανάγκες της επιχείρησής τους και είχαν βάλει ως υποθήκη το σπίτι τους. Αντιλαμβάνεστε ότι είναι ένα ντόμινο επιδράσεων αρκετά επώδυνο. Αυτά τα περιουσιακά στοιχεία θα βρεθούν στα χέρια των κερδοσκοπικών funds. Προηγουμένως οι τράπεζες τα πούλησαν εμφανίζοντας μια εικονική εξυγίανση των χαρτοφυλακίων τους. Είναι αυτό το οποίο μας λέει, πολύ περήφανη, η κυβέρνηση, ότι μειώθηκε ο αριθμός των κόκκινων δανείων. Μειώθηκε ο αριθμός των κόκκινων δανείων που αφορούν τους ισολογισμούς των τραπεζών, όχι ότι ο κόσμος είχε τη δυνατότητα να τα αποπληρώσει. Αυτό πρέπει να καταλάβουμε. Απλώς, πλέον, αυτά εμφανίζονται με διαφορετικό τρόπο, έξω από το επίσημο συστημικό τραπεζικό σύστημα.
Σχετικά με τη ρύθμιση για τη ΧΑ και τις μεταλλάξεις της
Εξαντλήσαμε όλες τις δυνατότητες που εκτιμούσαμε ότι έχουμε για να βρεθεί μία ρύθμιση, η οποία να καλύπτει ένα όσο το δυνατόν μεγαλύτερο φάσμα πολιτικών δυνάμεων. Το μήνυμα που έπρεπε να εκπεμφθεί, αλλά και η ρύθμιση, με την οποία τίθενται εμπόδια στο να συμμετάσχει η ΧΑ ή οι όποιες μεταλλάξεις της στην εκλογική διαδικασία, θα έπρεπε να στηρίζεται από ένα ευρύ φάσμα πολιτικών δυνάμεων. Καταθέσαμε εξαρχής μία τροπολογία, η οποία δεν έγινε δεκτή από την κυβέρνηση, θέλοντας να εστιάσουμε στα εγκλήματα εκείνα τα οποία έχουν και ιδεολογικό υπόβαθρο. Γι’ αυτό παραπέμπαμε στον λεγόμενο αντιρατσιστικό νόμο και ό,τι αυτός ορίζει ως παραβιάσεις και σύγχρονα εγκλήματα. Δεν έγινε δεκτό αυτό. Μετατοπιστήκαμε και καταθέσαμε μια νέα συνθετική τροπολογία, που ήταν παραλλαγή μιας δημόσια κατατεθειμένης αντίστοιχης ρύθμισης από τον κ. Αλιβιζάτο και τον κ. Φωτιάδη. Ούτε αυτό έγινε δεκτό από την κυβέρνηση. Οι φόβοι μας είναι πολύ συγκεκριμένοι και τους είπαμε. Δεν θέλουμε μία ρύθμιση η οποία τώρα μπορεί να φαίνεται ότι αφορά την ΧΑ, αλλά κάτω από άλλες προϋποθέσεις και σε έναν άλλο χρόνο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για άλλους πολιτικούς χώρους. Οι φόβοι αυτοί ενισχύονται ακούγοντας την επιχειρηματολογία και τις πολιτικές τοποθετήσεις των πρωτοκλασάτων υπουργών της κυβέρνησης, Βορίδη και Γεωργιάδη, οι οποίοι για να στηρίξουν την άποψή τους υιοθέτησαν την ανιστόρητη θεωρία των δύο άκρων, η οποία ως γνωστόν εξισώνει τον ναζισμό με τον κομμουνισμό, πράγματα δηλαδή άκρως επικίνδυνα που σε τελική ανάλυση διευκολύνουν τους ναζί, τους ξεπλένουν στα μάτια του κόσμου.
Για τον φόβο ο Άρειος Πάγος να ερμηνεύει επί του πολιτικού κι όχι επί του διαδικαστικού
Η ευθεία και ευρεία εξουσιοδότηση που δίνει αυτή η ρύθμιση προς τον Άρειο Πάγο ανοίγει μία τέτοια κερκόπορτα, καθώς και το θέμα της διακρίβωσης της λεγόμενης πραγματικής ηγεσίας της οργάνωσης. […] Ψηφίσαμε παρόν διότι, προφανώς, αναγνωρίζουμε την ανάγκη να υπάρξει μία ρύθμιση. Μέσα από τη συζήτηση φάνηκε ότι μπορεί να βρεθεί ένας κοινός τόπος και αν η κυβέρνηση το ήθελε πραγματικά, έπρεπε να ξεκινήσει αυτή η συζήτηση πολύ πιο έγκαιρα και νωρίτερα. Είναι μία μεγάλη πολιτική ευθύνη που αφορά την κυβέρνηση.
Συνθήκες συνταγματικής εκτροπής
Από τον Αύγουστο και έπειτα ζούμε μια συνταγματική εκτροπή με αιτία το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων. Αυτό δεν έχει προηγούμενο μεταπολιτευτικά κι ενώ πιέσαμε με τον πιο επίσημο τρόπο να δοθούν απαντήσεις, η κυβέρνηση απαξίωσε να τις δώσει. Γιατί παρακολουθούσαν υπουργούς, τον Αρχηγό του Στρατού, του ΚΙΝΑΛ, όλα αυτά που συζητήθηκαν κατά κόρον; Πλέον, η μη απάντηση οδηγεί ευθέως στο συμπέρασμα ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αυτή η κυβέρνηση, είχε στήσει έναν μηχανισμό παρακρατικής παρακολούθησης, οδηγώντας σε ένα καθεστώς «κατασκοπευτικής Δημοκρατίας», με σκοπό την χειραγώγηση πολιτικών αντιπάλων και πολιτών.
Για τη στάση του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ απέναντι στην πρόταση μιας αριστερής – προοδευτικής διακυβέρνησης
Κάθε πολιτική δύναμη θα κριθεί από το πώς θα τοποθετηθεί και απέναντι σ’ αυτή την πρόταση, αλλά κυρίως στα προβλήματα της κοινωνίας που ζητούν απάντηση. Διότι στο τέλος της ημέρας τα κόμματα καλούνται να απαντήσουν και αν μπορούν να πείσουν, εάν έχουν τις λύσεις για τα μεγάλα και οξυμένα προβλήματα. Άρα είναι μια βαθιά αναγκαιότητα το να υπάρξει μια κυβέρνηση αριστερής – προοδευτικής κατεύθυνσης και πλειοψηφίας, που θα μπορέσει να χαράξει έναν διαφορετικό δρόμο απάντησης στα οξυμένα προβλήματα της ακρίβειας, της υγείας, της παιδείας. Μια σειρά από προβλήματα τα οποία βλέπουμε ότι απασχολούν και είναι στην επικαιρότητα. Εάν όλα αυτά δεν τα αντιλαμβάνεται το ΚΙΝΑΛ ή προσπαθεί να ισορροπήσει πάνω σε αντικρουόμενες στρατηγικές, πιστεύω ότι θα το βρει μπροστά του. Εκεί στοχεύει η δική μας πρόταση, υπάρχει αυτή η ανάγκη και νομίζω ότι το αποτέλεσμα των εκλογών, δηλαδή αυτό που ονομάζουμε εμείς πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, θα είναι αυτό το οποίο θα ωριμάσει τελικά την οποία λύση βρεθεί και στο κυβερνητικό επίπεδο.