Το Υπουργείο Πολιτισμού σε ανακοίνωση του, απαντάει στις διαρροές και τα δημοσιεύματα των Βρετανών σχετικά με “συμφωνία για το δανεισμό τους στην Ελλάδα”, χωρίς να δίνει σε τίποτα απαντήσεις. Ποιος συνομιλεί, αν συνομιλεί και με ποιον; Ψεύδονται τα βρετανικά δημοσιεύματα; Γίνονται συνομιλίες χωρίς τη συμμετοχή της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΟ και της διοίκησης του Μουσείου της Ακρόπολης;Είνα τα γλυπτά μέρος της προεκλογικής περιόδου;
Μετά από το μπαράζ δημοσιευμάτων σε Bloomberg, Telegraph και Guardian, στα οποία περιγράφονται πτυχές μιας συμφωνίας με κεντρικό άξονα το “δανεισμό” και την “ανταλλαγή” των γλυπτών του Παρθενώνα, για τρίτη ημέρα εμφανίζονται ανάλογα δημοσιεύματα.
Σύμφωνα με τους Times ο διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου παρουσιάζεται ως πρωτεργάτης της επικείμενης συμφωνίας με την Ελλάδα για εκ περιτροπής επιστροφή ορισμένων από τα Γλυπτά του Παρθενώνα με τη μορφή δανεισμού. Η εφημερίδα, λέει ότι για αντάλλαγμα το Μουσείο της Ακρόπολης θα παραχωρήσει άλλα, σχετικά μικρότερα, εκθέματα που βρίσκονται στις αποθήκες του και προσθέτει ότι με την πρόταση που είναι υπό συζήτηση παρακάμπτεται ο νομικός σκόπελος που ναι μεν ορίζει ότι ιδιοκτήτες των ζωφόρων είναι οι επίτροποι του Βρετανικού Μουσείου αλλά όμως τους απαγορεύει να τις παραχωρήσουν. Μάλιστα η εφημερίδα δίνει συγχαρητήρια, και στον πρόεδρο του βρετανικού μουσείου Τζορτζ Όσμπορν, γιατί «είναι έτοιμος να συμβιβαστεί και να επιστρέψει τα Γλυπτά στην Αθήνα» με μια συμφωνία που όπως επισημαίνεται φέρεται πως έχει ήδη συνταχθεί, όπως τονίζει.
Το Υπουργείο Πολιτισμού μετά από την αρχική διάψευση στο δημοσίευμα του Bloomberg, προέβη σε σημερινή ανακοίνωση με την οποία, διατυπώνει μια γενική πάγια θέση για τη διεκδίκηση, καταφέρετε ενάντια στην αξιωματική αντιπολίτευση και υπερασπίζεται το κύρος της κυβέρνησης!
Ωστόσο, απαντήσεις δεν δίνει: ποιος συνομιλεί, αν συνομιλεί και με ποιον; Ψεύδονται τα βρετανικά δημοσιεύματα; Γίνονται συνομιλίες χωρίς τη συμμετοχή της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΟ και της διοίκησης του Μουσείου της Ακρόπολης; Ο διευθυντής του Μουσείου της Ακρόπολης δηλώνει ότι δεν έχει υπόψη του καμία τέτοια συμφωνία. Η κυβέρνηση σιωπά και δεν επιβεβαιώνει ούτε διαψεύδει! Γιατί, άραγε; Μήπως, επειδή, τίποτα από τα παραπάνω δεν ισχύει ή μήπως γιατί οποιαδήποτε συζήτηση για επιστροφή των Μαρμάρων, ακόμα και με αυτόν τον εξευτελιστικό για τη διεκδίκησή τους τρόπο, είναι ισχυρό προεκλογικό χαρτί;
Συγκεκριμένα η ανακοίνωση του ΥΠΠΟ σημειώνει τα εξής: “Η κυβέρνηση, από την αρχή της θητείας της, κινείται με σοβαρότητα, υπευθυνότητα, ευαισθησία και αποτελεσματικότητα, προκειμένου να υλοποιηθεί ο εθνικός στόχος της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Αθήνα και της
επανένωσης τους στο Μουσείο της Ακρόπολης. Αυτό αναμφίβολα τεκμαίρεται από σειρά γεγονότων των τελευταίων δύο ετών: Από την απόφαση της ΟΥΝΕΣΚΟ, τον Σεπτέμβριο 2021, και την οριστική (sine die) επανένωση του θραύσματος Fagan, ως την μεταστροφή και τη στήριξη του ελληνικού αιτήματος από τη διεθνή κοινή γνώμη. Επαναλαμβάνουμε, για μια ακόμη φορά, την πάγια θέση της χώρας μας ότι δεν αναγνωρίζει στο Βρετανικό Μουσείο νομή, κατοχή και κυριότητα των Γλυπτών,
καθώς αποτελούν προϊόν κλοπής. Επομένως, ας σταματήσει η αξιωματική αντιπολίτευση να κορυβαντιά. Θα περιμέναμε σε αυτή την εθνική προσπάθεια να μείνουν στην άκρη οι μικροκομματικοί υπολογισμοί και να υπάρχει συστράτευση όλων. Δυστυχώς δεν το βλέπουμε. Για κάποιους πρώτος στόχος είναι η φθορά της κυβέρνησης, ακόμη και με ψέματα, αδιαφορώντας αν κάνουν ζημιά στη χώρα. Κρίμα.”
Στις 21 Σεπτεμβρίου 2022 η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη είχε δηλώσει στην εφημερίδα “Το Μανιφέστο” σχετικά με την εθνική γραμμή διεκδίκησης τα εξής: “Τον δανεισμό τον αποκλείουμε απολύτως για έναν πολύ απλό λόγο: είναι έξω από την εθνική πολιτική μας για αυτό το θέμα και ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί το γιατί. Μπορείς να δανειστείς κάτι το οποίο ανήκει σε άλλον, όταν όμως εσύ δεν αναγνωρίζεις ότι του ανήκει, αυτό δεν μπορεί να γίνει. Η Ελλάδα δεν μπορεί να αναγνωρίσει στο Βρετανικό Μουσείο ούτε την κυριότητα, ούτε την κατοχή, ούτε τη νομή των Γλυπτών γιατί θεωρεί ότι είναι προϊόν κλοπής. Από τη στιγμή λοιπόν που η θέση μας είναι αυτή, δεν μπορούμε να συζητήσουμε, ούτε καν να διανοηθούμε να μιλήσουμε για δανεισμό”.
Έλα, όμως, που ο Κ. Μητσοτάκης έχει τη δική του “γραμμή”! Πριν ένα χρόνο δήλωνε στην εφημερίδα Telegraph “Είμαι βέβαιος ότι εάν υπήρχε βούληση εκ μέρος της κυβέρνησης (του Ηνωμένου Βασιλείου) για αλλαγή στάσης θα μπορούσαμε να καταλήξουμε σε μία διευθέτηση με το Βρετανικό Μουσείο για να δανείσουμε στο εξωτερικό πολιτιστικούς θησαυρούς οι οποίοι δεν έχουν βρεθεί ποτέ εκτός Ελλάδας (…) Δεν θέλω να υπεισέλθω σε λεπτομέρειες όσον αφορά μία διευθέτηση, διότι αυτές οι συζητήσεις είναι ευαίσθητες, αλλά θέλω να πω ανοιχτά ότι πρόθεσή μου είναι να θέσω το θέμα στον Boris Johnson κι ότι πιστεύω πως η βρετανική κυβέρνηση έχει να παίξει ρόλο”. Αυτά το Νοέμβριου του 2021.
Πριν ένα μήνα ακριβώς στην εφημερίδα Guardian ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης μιλούσε για “προκαταρκτικές συζητήσεις με τον πρόεδρο του Βρετανικού Μουσείου Τζορτζ Όσμπορν”, αλλά και για “μία πολύ ευρύτερη συνεργασία με το Βρετανικό Μουσείο, μια συνεργασία που δεν αφορά μόνο κλασικές αρχαιότητες αλλά και βυζαντινούς θησαυρούς που θα ήμασταν πρόθυμοι να στείλουμε στο Λονδίνο”.
Στο μεταξύ, η υπουργός Πολιτισμού, φρόντισε να προετοιμάσει σε θεσμικό επίπεδο το έδαφος…
Υπάρχει πάντα ο Ν. 4761/2020, που επιτρέπει τον “δανεισμό” αρχαιοτήτων από τα ελληνικά μουσεία για 25 + 25 χρόνια (σύνολο 50!) ως «φωτογραφική ρύθμιση», η οποία ήρθε και “κούμπωσε” στην πρωτοφανή και απαράδεκτη υπόθεση των κυκλαδικών ειδωλίων της αρχαιοκαπηλικής συλλογής Στερν. Τόσο ο εν λόγω νόμος όσο και ο η υπόθεση Στερν ως … “βέλτιστη πρακτική” ( για να μιλήσουμε στην νεοφιλελεύθερη – τεχνοκρατική γλώσσα τους) συνιστούν τη βάση πάνω στη οποία θα στήσουν το εξής σκηνικό:
Μια κατ’ επίφαση “επιστροφή” που θα τη λένε όμως “επανένωση”, αλλά για επικοινωνιακούς λόγους θα επιμένουν ότι είναι “επιστροφή” (!), πλην όμως με ημερομηνία λήξης και αφού στο μεταξύ θα έχει πακεταριστεί το μισό Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, μπορεί και το Βυζαντινό Μουσείο… για να σταλεί στο Λονδίνο ως αντίδωρο.
Τελικά, οι βρετανικές εφημερίδες αναπαράγουν βρετανικά σενάρια προκειμένου να διαμορφώσουν προς όφελός τους την εγχώρια και διεθνή κοινή γνώμη; Μεταφέρουν ασφαλείς πληροφορίες για μυστικές συνομιλίες και ακόμα πιο μυστικές και ανίερες συμφωνίες; Ποιοι και με ποιους ακριβώς συνομιλούν;
Υπάρχει, άραγε, κυβέρνηση να δώσει απάντηση όχι για ένα θέμα που αφορά στα μπιμπελό του Μαξίμου, αλλά για ένα κτήμα της ελληνικής και παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς;